Κατ' εικόνα κι ομοίωση




Δράμα υπό την ασφυκτική παρουσία του Θεού και δυνητικά μία εξαιρετική αλληγορία περί Παραδείσου, είναι η ταινία της Corinna McFarlane με τίτλο THE SILENT STORM (2014). Το πιό δυνατό στοιχείο της είναι οι εξαίρετες  ερμηνείες της πρωταγωνιστικής τριάδας των D.Lewis, A.Riseborough και R.Anderson, με προεξάρχουσα αυτή του Lewis. Ο Μπέλορ ΜακΝηλ,ντόπιος ιερέας σ’ένα απομακρυσμένο νησί της Σκωτίας, ένα τέμενος καταπίεσης και  σεξουαλικής αποχής, ζυμωμένος με τις έννοιες της Αμαρτίας (που προσπαθεί να εξαλείψει),της Μετάνοιας (που προσπαθεί να εκμαιεύσει) και του Καθήκοντος (που προσπαθεί να επιβάλλει), ζεί με τη γυναίκα του Έλεν, σ’αυτή την ξεχασμένη λωρίδα γης, τη δεκαετία του 1940. Ο Μπέλορ παίρνει πολύ στα σοβαρά το ρόλο του πνευματικού-ηθικού ταγού της μικρής ενορίας,εννοεί ν’αποκαλεί τους χωρικούς «κοπάδι» (υπονοώντας πως ο ίδιος είναι ο ποιμένας τους) και η μέρα του είναι αφιερωμένη στην προσευχή και τη μελέτη για το κήρυγμά του.
Οι αρμοδιότητες στην οικία ΜακΝηλ είναι κατανεμημένες αυστηρώς : ο ιερέας ασχολείται με τα του πνεύματος ενώ η δύστυχη σύζυγός του με την δημιουργία όλων εκείνων των προϋποθέσεων που θα επιτρέψουν στον λάβρο παπά να σώσει τον κόσμο απ΄την αμαρτία. Η γλυκύτατη Έλεν (πειστικότατη η Andrea Riseborough) μία κοπέλα που σώθηκε από βέβαιο πνιγμό και ξεβράστηκε στην περιοχή, υποφέρει σιωπηλά τη βαριά παρουσία του μονίμως στριμμένου, οργισμένου και αγχώδους συζύγου της, στο πρόσωπό του ενώνονται ο μονίμως επικριτικός  και απορριπτικός πατέρας κι ο αυταρχικός σύζυγος.
«Είσαι αποτυχημένη μητέρα κι αποτυχημένη γυναίκα και θα σαπίσεις στην κοιλιά της Κόλασης!» λέει εκτός εαυτού ο Μπέλορ στην άμοιρη κοπέλα,στην οποία υπενθυμίζει συνεχώς ότι είναι ισοβίως υπόλογη στον Θεό. Ο Θεός (που αν είναι όπως ο Μπέλορ, τότε οι πιστοί του θα έχουν σοβαρότατο πρόβλημα) φαίνεται πως έχει ορίσει τον εκπρόσωπό του επί της γης σ’αυτή την παραδεισένια περιοχή, ο φανατικός ιερέας πληροφορεί τον τρομοκρατημένο νεαρούλη Φίον που συνοδεύεται απ΄τον εκπρόσωπο της «Αποστολής Κοινωνικής Επανένταξης, της Γλασκώβης», ότι εδώ που ήρθε δεν πρόκειται να κάνει διακοπές, ούτε να κάθεται άπραγος στον ήλιο.  «δεν θα σε δω ποτέ να τεμπελιάζεις» λέει ο Μπέλορ στον Φίον, τον οποίο αποκαλεί αμαρτωλό. «Είσαι αμαρτωλός» του επαναλαμβάνει ο σκληρός σαν ράντσο εκστρατείας παπάς, καθώς και ότι «ο Διάβολος μέσα σου, πρέπει να συντριβεί. Εδώ δεν ήρθες για διακοπές», θέτοντας ήδη απ’ τις πρώτες ώρες της γνωριμίας τους το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινείται ο νεαρός παραβάτης.
Το ότι ο Φίον αποδεικνύεται ένα ευαίσθητο αγόρι που αγαπάει τα βιβλία, και διαβάζει υπέροχα ποίηση, καθώς και το ότι αυτό που έπραξε δεν ήταν δα και το πιό αποτρόπαιο έγκλημα, μικρή έως μηδενική σημασία έχει για τον φανατισμένο κι εντελώς παράφρονα Μπέλορ, ο οποίος είναι η ζωντανή απόδειξη της καταστροφής που επιφέρει στον άνθρωπο η απώθηση/καταπίεση/άρνηση της επιθυμίας και της ευτυχίας. Απέναντι στην δαιμονική ερμηνεία/παρουσία του Lewis, βρίσκονται  οι υπέροχοι Anderson-Riseborough, δύο απεικάσματα των Πρωτόπλαστων, που γεύονται τη χαρά, την αγάπη και την ομορφιά, εν τη ολιγοήμερη απουσία του δυνάστη-ιερέα Μπέλορ, για να δοκιμάσουν την απερίγραπτη οργή του μόλις επιστρέφει.
Το λιτό δράμα της McFarlane θα μπορούσε να είναι και θεατρική παράσταση, οι ερμηνείες της τριάδας ξεχειλίζουν από δύναμη και ζωντάνιαζωντάνια που στην περίπτωση των δύστυχων Έλεν-Φίον εδράζεται στην αμοιβαία δυνατή συμπάθεια που αναπτύσσεται ανάμεσά τους και την αλληλεγγύη που ενώνει απέναντι στην αυταρχική παρουσία του «Θεού» που είναι ο βλοσυρός Μπέλορ. Αν ο Μπέλορ μοιάζει μ’έναν αμείλικτο, σαδιστή και μονίμως ανικανοποίητο με τις επιδόσεις των πιστών του Θεό, οι όμορφοι Φίον και Έλεν θυμίζουν τους Πρωτόπλαστους (φοβερή η σεκάνς του ξεσαλώματος μόλις φεύγει ο Μπέλορ).
Όλα όσα αρνείται ο τρομερός κληρικός στην δύστυχη κοπέλα, θ’απαιτήσουν να βγούν στο φως, ν’αναπνεύσουν ελεύθερα, όπως ακριβώς βγαίνουν έξω και ρουφάνε άπληστα τον ήλιο οι δύο νέοι. Μ’ ένα Ταρκοφσκικής έμπνευσης τελευταίο πλάνο, η McFarlane βάζει τελεία σ’αυτή την ταινία-αλληγορία του μύθου των Πρωτοπλάστων : μόνο που εδώ, η Έλεν και ο Φίον δεν φεύγουν συντετριμμένοι, κηνηγημένοι και με παράπονο, αλλά με ανακούφιση. Ο παράδεισος επί γης είχε αμείλικτο και άγρυπνο «δράκο» να τον διαφεντεύει, έναν άνδρα κατά βάθος δυστυχή και στερημένο, που είχε ανταλλάξει την επί γης ευτυχία με το Καθήκον.
Ο Μπέλορ θεωρούσε την αναζήτηση της ευτυχίας μία μορφή αλαζονίας (άρα αμαρτίας), αλλά αυτός με τον φανατισμό και την ανυπόφορη σκληρότητά του, μήπως  ήταν μεγαλύτερος αμαρτωλός; Όλες οι Εξουσίες καταρρέουν εκ των έσω.

Σχόλια