Κυνηγετική περίοδος...

 




Τη μεθοδική εξόντωση μελών της ινδιάνικης φυλής Osage στην περιοχή της Οκλαχόμα, στις αρχές της δεκαετίας του 1920, από τους λευκούς, ώστε οι τελευταίοι να καρπωθούν τα δικαιώματα των πρώτων επί των κοιτασμάτων πετρελαίου που είχε ανακαλυφθεί στη γη τους (τα επονομαζόμενα headrights), αναπαριστά εξαιρετικά η τελευταία ταινία του Martin Scorsese με τον λυρικότατο τίτλο KILLERS OF THE FLOWER MOON , βασισμένη στα αληθινά γεγονότα που εξιστορεί το ομότιτλο βιβλίο του David Grann, το οποίο κυκλοφόρησε το 2017.

Η πρωταγωνιστική τριάδα των Robert DeNiro, Lily Gladstone και Leonardo Di Caprio, οι οποιοι υποδύονται έξοχα τον μεγαλοκτηματία «βασιλιά» Γουίλιαμ Χέηλ, την πολύφερνη νύφη- μέλος της φυλής Osage, Μόλι Κάϊλ, και τον μάλλον αφελή, ανηψιό του Χέηλ, Ερνεστ Μπούρκχαρντ αντιστοίχως, είναι θα έλεγα ο πυρήνας αυτού του τρίωρης διάρκειας δράματος. Δεν είναι όμως αμιγώς δράμα η ταινια −παρατηρώντας τους απολαυστικότατους De Niro και DiCaprio, (ιδίως ο πρώτος, μ’αυτό το πέραν περιγραφής ξινό ύφος του, το οποίο έχει είτε κοιτάζει με τάχα μου ενδιαφέρον και σεβασμό, τα μέλη της φυλής Osage, με τα οποία, διατείνεται δημόσια, πως συνδέεται με πολύχρονη φιλία, είτε κατακεραυνώνει τον βλάκα ανεψιό του Έρνεστ), διαπιστώνει κανείς πως το δίδυμο συμβάλλει τα μάλα στο να είναι αυτή η ταινία, και μια μαύρη, κατάμαυρη κωμωδία. Η πονηρή αλεπού, ο βλάκας-εκτελεστικό όργανο και η νύφη-κελεπούρι.

‘Εχει τη σημασία της η εναρκτήρια σεκάνς με την τελετουργική ταφή μιας «πίπας-ανθρώπου» απ΄τα μέλη της φυλής Osage, και το ασπρόμαυρο φιλμάκι που παρακολουθούμε αμέσως μετά, και μας πληροφορεί για τον αξιοζήλευτο πλούτο που συσσώρευσαν τα μέλη της φυλής, εξαιτίας του πετρελαίου που βρέθηκε στην κατά τα λοιπά, άγονη γη τους. Η σταδιακή αφομοίωση (τουλάχιστον ενδυματολογικώς) των Ινδιάνων Osage ,απ’ τον δυτικό τρόπο ζωής των λευκών, παρουσιάζεται σ’αυτό το φιλμάκι, όπου παρακολουθούμε τα κατορθώματα των μελών,σε δραστηριότητες των λευκών ανθρώπων, όπως αποκαλούν τους μη Ινδιάνους. Για να…ανταποδώσουν την αβροφροσύνη και οι λευκοί,αποκαλώντας τους ερυθρόδερμους, ή πιό άκομψα, κόκκινους, όπως κόκκινες αποκαλεί τις γυναίκες- μέλη της φυλής Osage, και ο παμπόνηρος κτηματίας Γουίλιαμ Χέηλ- ευεργέτης της τοπικής κοινότητας των Osage, υποστηρικτής τους, χρηματοδότης κλπ. Δεν χάνει καθόλου χρόνο ο πανούργος Χέηλ− με το που επιστρέφει απ΄τον πόλεμο ο ταλαίπωρος ανηψιός του Έρνεστ, αμέσως τον ενημερώνει για την «οικογενειακή επιχείρηση», κατ’ουσίαν τη σπείρα προικοθήρων που έχει φτιάξει, της οποίας ηγείται ο ίδιος, και μέλος της είναι και ο αδελφός του ‘Ερνεστ, ο Μπάϊρον. «Αναμειγνύουμε τις οικογένειες», λέει με πατερναλιστικό ύφος ο Χέηλ στον Έρνεστ, «ώστε ο πλούτος να κυλήσει προς τη σωστή κατεύθυνση», και υπονοεί φυσικά, τα πλούτη που αποκομίζουν τα μέλη της φυλής,επειδή πολύ σοφά είχαν παρακρατήσει τα δικαιώματα εκμετάλλευσης των πετρελαϊκων κοιτασμάτων. Διερευνητικές ερωτήσεις προς τον σοκαρισμένο σωματικά και ψυχικά απ΄τον πόλεμο, ανηψιό, κάνει ο παμπόνηρος και μεθοδικός Χέηλ, κι ο αφελής ‘Ερνεστ, που ακόμη δε μπορει να πιστέψει ότι κατάφερε να βγεί ζωντανός απ’ το σφαγείο του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, απαντάει χαζογελώντας στον θείο του. « Α δεν έχω πρόβλημα, όλες οι γυναίκες μ’αρέσουν. Λευκές, κόκκινες, μπλε» του λέει και γελάνε αμφότεροι. ‘Αλλωστε ο ανηψιός, του δηλώνει πως του αρέσει και το χρήμα. Χρήμα και γυναίκες λοιπόν, και το καλό ουϊσκι, το οποίο (όπως αργότερα δηλώνει στην Μόλι ) «δε μ’αρεσει απλώς, το αγαπώ», είναι οι τρείς αδυναμίες του ‘Ερνεστ, ο οποίος μοιάζει να προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην απληστία του (η οποία υποδαυλίζεται απ΄τον πανούργο θείο του) και τα συναισθήματά του για την Μόλυ Κάϊλ. Αυτό το πανέμορφο κορίτσι,στρογγυλή σαν ολόγιομο φεγγάρι, με το απαλό δέρμα και τα στιλπνά κατάμαυρα μακριά μαλλιά, είναι ο στόχος, το Ιερό Δισκοπότηρο της εγκληματικής σπείρας, με αρχηγό τον υπομονετικό και μεθοδικό Χέηλ.

 « Οι Osage είναι ο ωραιότερος λαός πάνω στη γη, αλλά είναι άρρωστοι, θα πεθάνουν» λέει ο Χέηλ στον Ερνεστ, και οι θιασώτες της Δαρβινικής θεωρίας περί επικράτησης του ισχυρότερου, χειροκροτούν μανιασμένα. Και η τροφαντή Μόλυ, και η αδελφή της, Μίνυ, και η μητέρα τους, Λίζυ Q, είναι άρρωστες. Η Μόλυ ταλαιπωρείται από διαβήτη, η Μίνυ από μία μυστηριώδη ασθένεια, «wasting illness», τη λένε, και την τρώει σιγά-σιγά από μέσα. Ο Χέηλ όμως, έχει υπομονή, γνωριμίες και καλούς νομικούς παραστάτες, ώστε να βάλει σ’εφαρμογή το σχέδιό του και να ξεπαστρέψει την μία μετά την άλλη προκειμένου να καρπωθεί την περιουσία τους.




Είναι πραγματικά ανατριχιαστική αυτή η άγνοια που δειχνουν να έχουν τα μέλη της φυλής εκεί στην Οκλαχόμα, για το φίδι που τρέφουν στον φιλόξενο κόρφο τους, τουλάχιστον μέχρι ν’αρχίσουν να πληθαίνουν ανησυχητικά οι νεκροί ανάμεσά τους. Το βλέμμα της Μόλυ (μια έξοχη Lilly Gladstone),όταν κοιτάζει τον Έρνεστ αφού είναι πλέον σύζυγοι, είναι ακριβώς το ιδιο με το βλέμμα της μίας εκ των αδελφών της, της Μίνυ, η οποια κοιτάζει τον Γουίλιαμ Χέηλ, σε μία εκπληκτικά αμφίσημη σκηνή. Και καθόλου τυχαία, όπως πολύ ωραία έγραψε κάποιος, τα λόγια του «βασιλιά» Χέηλ, δεν έχουν ποτέ ένα μόνο νόημα, ακόμη και ο τρόπος που κοιτάζει και αγγίζει την εξουθενωμένη Μίνυ, σ’αυτή τη σκηνή, έχει κάτι το απειλητικό, το βλέμμα του είναι το βλέμμα του αρπακτικού, που γνωρίζει καλά τους τρόπους για να μασκαρέψει την απληστία του και τα εγκληματικά του σχέδια. Ο Χέηλ ρωτάει την Μίνυ με εκδηλη στοργή αν χρειάζεται κάτι, κι αν τη φροντίζουν όπως πρέπει, κι η Μίνυ τον κοιτάζει μ’ένα βλέμμα παρακλητικό, δαρμένου σκύλου, που περιμένει ανήμπορο την επόμενη κατραπακιά…

« Αδυνατίζει το αίμα μας, λευκαίνει γιατι πάτε και παντρεύεστε συνέχεια λευκούς» λέει η επίσης ασθενής, μητέρα των κοριτσιών, στη Μόλυ. Δεν λευκαίνει το αίμα τους όμως, αντιθέτως κοκκινίζει το χώμα της γης τους, απ’το  αίμα τους που ρέει, καθώς οι δικαστικώς οριζόμενοι συμπαραστάτες των Osage, στη διαχείριση των δικαιωμάτων τους, βρήκαν την τέλεια μέθοδο για να τους υφαρπάξουν την περιουσία τους, με τις ευλογίες του Νόμου πάντα.

Διότι οι Ινδιάνοι της φυλής, δεν θεωρούνταν ικανοί να διαχειριστούν μόνοι τους τα δικαιώματά τους, έπρεπε να έχουν και νομικό μπάστακα στο κεφάλι τους, ο οποίος ήλεγχε μέχρι τελευταίο σεντ πώς ξοδεύονταν τα χρήματά τους και πού. Η Μόλυ αυτό-αποκαλείται ανίκανη, όταν πηγαίνει να ζητήσει χρήματα απ΄τα δικά της λεφτά, τη δική της περιουσία που την διαχειρίζεται λευκός. Ο πιο ωραιος λαός, όπως τους αποκαλεί ο πανούργος Χέηλ, ήρθε η ώρα ν’αποχωρήσει,αυτή είναι η φυσική, αναπόφευκτη εξέλιξη των πραγματων, λέει ο Χέηλ, πάλι σ’ένα Δαρβινικό ξέσπασμα, και τίποτα, ούτε θαύμα ούτε κεραυνός, μπορεί να ανακόψει την εξέλιξη ή να σώσει τους Osage απ’ τον χαμό τους, ξαναλέει με διδακτικό ύφος στον πελαγωμένο ανηψιό του. Ο ομορφούλης Έρνεστ, που ερωτεύθηκε τον στόχο  που του υπέδειξε ο παμπόνηρος θείος του,εκτελεί τις εντολές του συγγενή του και πνίγει τις αμφιβολίες (ή και τις τύψεις του) στο ουίσκι, κι όταν τα πράγματα στο σπίτι του θα παρουν μια δολοφονική τροπή, θα τις ναρκώσει με μορφίνη.

Τα χάχανα που προκαλούν οι απολαυστικές ερμηνείες των DeNiro και DiCaprio, εξισορροπούνται απ΄το διαρκώς θλιμμένο/ σκεπτικό ύφος της ωραίας και αρχοντικής Μόλυ. Δεν υπάρχει βασανιστικότερο και πιό απαίσιο συναίσθημα απ΄το να αμφιβάλλεις για τον άνθρωπο που αγαπάς,να τον κοιτάζεις και να υποψιάζεσαι μήπως είσαι ηλίθια με λοφίο, τυφλή που αρνείται να δεί τον κίνδυνο που την κυκλώνει. Κι η Μόλυ αρχίζει κι αμφιβάλλει, όταν αρχίζουν και στοιβάζονται τα πτώματα των μελών της φυλής της. Σε μία σκηνή όπου και οι 4 αδελφές συζητάνε μιλώντας στη γλώσσα τους, σε μια κοινωνική εκδήλωση πριν ακομη ο ‘Ερνεστ παντρευτεί τη Μόλυ, η τελευταία δείχνει ότι έχει πλήρη επίγνωση των επιδιώξεων του μελλοντικού συζύγου της. Ξέρει, διαισθάνεται, αλλά συνεχίζει να βαδίζει προς τον γαμπρό, σαν αυτές τις πολύφερνες νύφες, που καλύπτουν την ανασφάλεια μη «μείνουν στο ράφι» με τα πλούτη τους. «Φυσικά και θέλει τα λεφτά μας» λέει στην μία απ΄τις αδελφές της, αλλά δε θέλει μόνο αυτό, κι αυτό είναι αρκετό γιαυτήν, για να συνεχίσει να εθελοτυφλεί…

«Είσαι ο επόμενος», λέει η ημιθανής Μόλυ, στον ήδη διαλυμένο απ΄τις τύψεις και όσα έχουν συμβεί, ‘Ερνεστ. Η Μόλυ, αυτή η λαχταριστή γυναίκα που μοιάζει με φιγούρα του Ingres, μέσα στον πυρετό της, βλέπει, αντιλαμβάνεται τι πραγματικά συμβαίνει, και προειδοποιεί τον αφελή συζυγό της. Γιατί, όντως, ο Ερνεστ είναι το επόμενο θύμα, η απαραίτητη θυσία ώστε να γλυτώσει ο Χέηλ το τομαρι του. Δεν δισταζει να δώσει τροφή στις διωκτικές αρχές, τον ίδιο του τον ανηψιό, παγιδεύοντάς τον , αυτόν τον αφελή.




Οι σκηνές όπου ο Χέηλ, κανονίζει τις δολοφονίες διαφόρων μελών της φυλής, είναι ενδεικτικότατες των αληθινών αισθημάτων αυτού του ανθρώπου προς τη φυλή : οι Osage, είναι ένα εμποδιο, ανάμεσα σ’αυτόν και τα πλούτη τους, κι αυτό το εμπόδιο πρέπει πασει θυσία να εξαλειφθεί. «Whos gonna take care of Bill Smith and his blanket?», λέει ο Χέηλ οργισμένος, αναφερόμενος υποτιμητικά στα μέλη της φυλής, επειδή φοράνε κουβέρτες στην πλάτη τους. Και μοιάζουν αυτές οι κουβέρτες με στόχους στην πλάτη τους, όπως χαρακτηριστικά λέει η Ρίτα στη Μόλυ. Μήπως η Ρίτα γλυτώνει απ΄την δολοφονική λαίλαπα; Όχι βέβαια, και είναι σπαρακτικότατη η σκηνή όπου ο (υποκρινόμενος τον ανίδεο) ‘Ερνεστ, κοιτάζει με νόημα τη Μόλυ κι αυτή αντιλαμβάνεται αμέσως τι συνέβη και σε ποιάν. Η μία μετά την άλλη οι αδελφές Κάϊλ φεύγουν μυστηριωδώς απ΄το κάδρο, γιατί έτσι το θέλησε ο λευκός ευεργέτης τους, ο υπεράνω πάσης υποψίας, Γουίλιαμ king Χέηλ. Τα έχει όλα ο μπαξές : πυροβολισμούς εξ επαφής, δηλητηριάσεις, μαχαιρώματα. Ο Χέηλ συζητάει για την εξόντωση των μελών της φυλής, με τόσο ανατριχιαστικά φυσικό τρόπο, σα να μιλάει για τα γελάδια του, γιατί στο βάθος-βάθος, αυτό είναι γιαυτον «ο ωραιότερος λαός της γης», ζώα που του κλείνουν το δρόμο προς το χρήμα απ΄το μαύρο χρυσάφι όπως λέγεται το πετρέλαιο.

Το φινάλε είναι αυτο-αναφορικό και ειρωνικό, θα έλεγα− σε μια αίθουσα θεάτρου, κοινό λευκών, ψυχαγωγείται με την δραματοποιημένη παρουσίαση της εξόντωσης  της φυλής Osage, χειροκροτεί θερμά την απεικονιση αυτού του Reign of terror όπως είχε ονομαστεί, αυτό ακριβώς που κάνουμε κι εμεις , οι θεατές του τώρα, παρακολουθώντας το τρίωρο έπος το Scorsese

 



 

 

Trivia :

·        Η ταινία αποτελεί την 6η συνεργασία μεταξύ DiCaprio και Scorsese, και την 10η μεταξύ Scorsese και DeNiro. Είναι αφιερωμένη στον μουσικοσυνθέτη της, Robbie Robertson ( η 11η συνεργασία του με τον Scorsese), ο οποίος πέθανε 2 μήνες πριν βγεί η ταινία στις αίθουσες. Παρολο που έχει δεχτεί αρνητικές κριτικές για την 3ωρη διάρκειά της, οι ερμηνείες της πρωταγωνιστικής τριάδας, και ιδιαίτερα της Gladostone έχουν αποσπασει ευμενέστατες κριτικές. Ειδικά για την τελευταία, ο Anthony Lane του The New Yorker έγραψε πως αποτελεί την πιο καθηλωτική παρουσία της ταινίας. Στην πρεμιέρα του φιλμ στο φετινό Φεστιβάλ των Καννών, το κοινό χειροκροτούσε όρθιο επί 9 λεπτά.

·        Το soundtrack περιέχει μεταξύ άλλων λαϊκη μουσική της δεκαετίας του 1920 καθώς και ινδιάνικα τραγούδια.

·        Το τελευταίο πλάνο της ταινίας, απεικονίζει τον χορό powwow, μια συγκέντρωση μελών των Ινδιάνικων φυλών της Αμερικής, στην οποία έχουν την ευκαιρία να τιμήσουν τον πολιτισμό τους. Η διάρκεια αυτών των χορευτικών συγκεντρώσεων μπορεί να είναι μιά ημέρα ή μια ολόκληρη βδομάδα.

·        Οι υπέροχες κουβέρτες που βλέπουμε να φοράνε στην ταινία τα μέλη της φυλής Osage, έχουν τη σημασία τους. Κάθε κουβέρτα έχει ιδιαίτερα σύμβολα και χρώματα, οι διαφορές εντοπίζονται στις κουβέρτες που φοράνε τα μέλη από διαφορετικά σόγια (clans). Η ενδυματολόγος της ταινίας Jacqueline West δήλωσε : « Its a power symbol. I felt it was some kind of armor against what is being imposed on them and what’s being done to them”.

·        Ο Peter Bradshaw του Guardian έγραψε για την ταινία : «an epic of creeping,existential horror about the birth of the American century,a macabre tale of quasi-genocidal serial killings”.

·        30 εκατομ.δολάρια ήταν η αμοιβή του DiCaprio για τη συμμετοχή του στην ταινία. Ο ρόλος του Τόμας Γουάϊτ (του πράκτορα απ΄το τότε Γραφείο Ερευνών, το μετέπειτα  FBI) αρχικά είχε γραφτεί γιαυτόν,τελικά τον υποδύθηκε ο Jesse Plemons,και ο DiCaprio ενσαρκώνει τον ανηψιό του χαρακτήρα που υποδύεται τόσο απολαυστικά ο DeNiro.Σημειωτέον, ο Γουίλιαμ Χέηλ ήταν υπαρκτός χαρακτήρας.

·        Τα μέλη της φυλής Osage, θεωρούνταν δια νόμου που είχε ψηφίσει το αμερικάνικο Κογκρέσο, ανίκανοι να διαχειρίζονται μόνοι τους τα headrights. Οφειλαν οι ίδιοι ν'αποδείξουν πως ήταν ικανοί! Οσο περισσότερο αμιγώς ινδιάνικο αίμα έτρεχε στις φλέβες τους, τοσο πιο ανίκανοι θεωρούνταν, γιαυτο και είχαν δικαστικώς οριζόμενους συμπαραστάτες. Είναι χαρακτηριστικότατη η σκηνή όπου η Μόλυ(η οποία ήταν full-blood Osage) αυτό-αποκαλείται incompetent,ενώπιον του συνδιαχειριστή της περιουσίας της.

 




Σχόλια