Τα δεινά της καλής καρδιάς

 


Απίστευτη και ιδιαζόντως τρομακτική είναι η ταινία του Δανού Christian Tafdrup με τον τίτλο SPEAK NO EVIL/ GAESTERNE (σε σενάριο που συνέγραψε  με τον αδελφό του Mads),μια τρομερή ιστορία αφανισμού και εξόντωσης, σε πλαίσιο πολιτισμού και ευγένειας, αυτής της αστικής γαλαντομίας  και ανεκτικότητας  που άνθρωποι καλοζωϊσμένοι και καλοταϊσμένοι  όπως είναι το ζευγάρι των Μπιόρν και Λουίζε (οι εξαιρετικοί Morten Burian και Sidsel Siem Koch) επιδεικνύουν παντού και πάντοτε, φορώντας σαν αστραφτερό  παράσημο  την καλή τους ανατροφή. Τίποτα το μεμπτό βεβαίως δεν έχει αυτό, και πως αλλιώς φυσικά; Μιά ταινία που θα εκτιμήσουν ιδιαιτέρως οι ορκισμένοι  μισάνθρωποι είναι αυτή η συγκλονιστική ιστορία, και ένα σκληρότατο μάθημα-υπενθύμιση προς τους απανταχού βλακωδώς και χωρίς μέτρο, ευγενικούς ανθρώπους, οι οποίοι φτάνουν στο σημείο να παγιδευτούν μέσα στην ίδια τους την ευγένεια και την ανοχή που τόσο περήφανα επιδεικνύουν (ή ισχυρίζονται πως το κάνουν), έναντι συμπεριφορών των άλλων, είτε αυτοί είναι φίλοι, είτε συνεργάτες, είτε νέο-αποκτηθείσες γνωριμίες, όπως αυτή που κάνουν οι καλοβαλμένοι Λουίζε και Μπιόρν με το πολύ…χύμα ζευγάρι των Πάτρικ και Κάριν (το δεύτερο εξαίρετο δίδυμο των Fedja van Huet και Karina Smulders).

Ιταλία και ονειρεμένη Τοσκάνη, και ο Μπιόρν με την σύζυγο και τη μοναχοκόρη τους ‘Αγκνες, απολαμβάνουν τις διακοπές τους, ανυποψίαστοι για την ασύλληπτη τραγωδία που προσεκτικά και εντελώς έμμεσα αρχίζει να εξυφαίνεται κάτω απ ΄τα πόδια τους. Η πρωτοτυπία σ’αυτή την συγκλονιστική δουλειά, είναι ακριβώς η ιστορία που αφηγείται, και όχι ο τρόπος που το κάνει θα έλεγα, δεδομένης της χρήσης όλων αυτών των κλισέ που έχουμε απολαύσει και σε άλλες ταινίες του είδους : το πλαίσιο κανονικότητας, ανεμελιάς και ευμάρειας, η αόριστη αλλά πάντα παρούσα ανησυχία (είναι εκπληκτική η αποτύπωση αυτής  της ανησυχίας στα πρόσωπα του Μπιόρν και της Λουίζε) η οποία ξορκίζεται με ατάκες τύπου : « έλα μωρέ, τι μπορεί να συμβεί δηλαδη;» και «ένα σαββατοκύριακο είναι, θ’αντέξεις», που προφέρει το νεαρό ζευγάρι καθώς συζητούν είτε μεταξύ τους είτε με τους φίλους τους, την αναπάντεχη πρόσκληση που έλαβαν απ΄τους Ολλανδούς που γνώρισαν στο ταξίδι τους στην Ιταλία.

 

 


Είναι άραγε άξιοι για φάσκελα οι δύο σύζυγοι που σκέφτονται σοβαρά την πρόταση από δύο ανθρώπους που γνώρισαν στις διακοπές τους; Ποιος άνθρωπος που προσέχει γενικώς και ειδικώς στη ζωή του, θα δεχόταν αβασάνιστα μια πρόσκληση για σύντομη διαμονή στο σπίτι κάποιας τυχαίας γνωριμίας; Αυτές ακριβώς οι πολύ εύλογες επιφυλάξεις που κάθε νοήμον ον που έχει εκπαιδευτεί στο να φυλάγεται, τις οποίες κι ο θεατής, όλοι εμείς που παρακολουθούμε  αυτή την ιστορία,εκφράζει σε ανάλογη περίσταση, ή θα μπορούσε να εκφράσει, είναι το σωσίβιο, το μονοπάτι προς τη σωτηρία, η έξοδος κινδύνου που οι ενθουσιασμένοι με την ευγενική και ανοιχτόκαρδη πρόσκληση, Μπιόρν και Λουίζε, αποφασίζουν ν’αγνοήσουν, σε πείσμα ενδεχομένως της μικρής φωνούλας μέσα τους, η οποία άλλα πράγματα τους λέει.

Οι, κατά πως φαίνεται, πολυταξιδεμένοι αστοί (η Λουίζε λέει ότι αυτή τη χρονιά έχουν ταξιδέψει ήδη δύο φορές με αεροπλάνο, να το λέει άραγε επειδή ανησυχεί για το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, ή για το υπόλοιπο μιλίων που έχουν), καλοβλέπουν την πρόταση των Ολλανδών που γνώρισαν στην Τοσκάνη, να μείνουν δυο μερούλες στο σπίτι τους, κάπου στη νότια Ολλανδία.

Όλα όμως μοιάζουν να πηγαίνουν στραβά σ’αυτή την απρόσμενη επανένωση των δύο ζευγαριών, και μη σας ξεγελάει ο κολλητικός ενθουσιασμός, τα γέλια και η εγκαρδιότητα με την οποία η Κάριν και ο Πάτρικ, υποδεχονται στο σπίτι τους, τους Δανούς απ’ την πρωτεύουσα. Μία απροσδιόριστη απειλή, μία καλομελετημένη θαρρείς προσπάθεια των οικοδεσποτών να σπάσουν τα νεύρα των φιλοξενούμενών τους, φερειπείν ενώ η Λουίζε τους λεει ότι δεν τρώει κρέας, ο Πάτρικ επιμένει να την κεράσει ένα κομμάτι (το καλύτερο όπως λέει, κομμάτι του ψητού) απ΄το ζώο που μαγειρεύει. Το κρεβάτι που προορίζεται για την ‘Αγκνες, είναι μικρό και στενό, σαν κουκλόσπιτου, και δε φαίνεται να μετριάζεται η δυσφορία της μικρής, απ΄το ότι ο εν πολλοίς αμίλητος μικρός γιός τους ‘Αμπελ, αδημονούσε να ξαναδεί τη φιλενάδα του, όπως τους ενημερώνει η Κάριν. Αυτός ο μικρός, ο μονίμως δύσθυμος, ντροπαλός  και σιωπηλός, είναι το κλειδί για να κατανοήσει ο θεατής, την απολύτως απίστευτη τραγωδία που κρύβεται από πίσω. Και είναι εκεί στο τελευταίο μισάωρο, που οι μάσκες  της γαλαντομίας  πέφτουν (πόσο ν’αντέξει το κτήνος να κρύβεται; ) και όλοι, εμπλεκόμενοι στο δράμα, και θεατές, κατανοούμε περί τίνος πρόκειται. Και είναι η απολύτως εξοργιστική αναισθησία, η σκληρότητα και η προμελετημένη πράξη που τεντώνεται μέχρι τ’ άκρα (πιό άκρα δε γίνεται), που διαλύουν εντελώς τα νεύρα του έκπληκτου θεατή, και αφήνουν τους δύσμοιρους  έρμαια της ετσιθελικής και στην ουσία μισάνθρωπης  αυθαιρεσίας.

 



″Why are you doing this?!!!!” ρωτάει ο ένας, ″because you let me” του απαντάει θρασύτατα ο άλλος και δε μπορει να μην ανακαλέσει κανείς την εξωφρενική επιχειρηματολογία των Ναζί έναντι των Εβραίων όταν οι δεύτεροι διαμαρτύρονταν για τ’ Ολοκαύτωμα.  Ολόκληρη η ταινία, διατρέχεται από μια λεπτή ειρωνεία, εκείνο το καταραμένο λούτρινο κουνελάκι της Αγκνες, σύμβολο τρυφερότητας, αθωότητας και οικογενειακής θαλπωρής, μοιάζει σα να ήταν η αιτία που τα δύο ζευγάρια γνωρίστηκαν καλύτερα, και ο λόγος που το χαλαρό σαββατοκύριακο με φίλους, πήρε αυτή την εντελώς εφιαλτική τροπή. Η ευγένεια και κατανόηση που δείχνουν ο Μπιόρν και η Λουίζε σε κάθε ευκαιρία, το ότι κλινουν πάντα στο να δώσουν τόπο στην οργή, παρά ν’αρπαχτούν με τον άλλο που κάνει κάτι και τους ενοχλεί, μοιάζει να τους βγάζει κοροϊδευτικά τη γλώσσα, κρυμμένη πίσω απ΄το θράσος, την ανεύθυνη και ενοχλητική συμπεριφορά, η οποία αρχικά αυτό είναι, μία ενόχληση, μία αλυσίδα από μικρούς νυγμούς που αρχίζει και τυλίγεται γύρω απ΄τους κομψούς λαιμούς τους, και δεν φεύγουν τρέχοντας, αρχίζει και τους δημιουργεί  δυσφορία και ένα αόριστο αίσθημα ασφυξίας, και πάλι δεν φεύγουν  τρέχοντας, ώσπου στο τέλος η φυγή είναι απλώς αδύνατη. Με ένα απολύτως ακατανόητο (ως προς τα κίνητρα αυτής της συμπεριφοράς) και συγκλονιστικό φινάλε, η ταινία κλείνει με αγγελική μουσική υπόκρουση να συνοδεύει το σαν βγαλμένο από ζωγραφικό πίνακα με τους εκπεσόντες Πρωτόπλαστους, τελευταίο καρέ. ‘Αλλη μία ειρωνική λεπτομέρεια : ο τόπος του…εγκλήματος, ήταν ο τόπος που συνέβη ένα male-bonding, ανάμεσα στον χύμα Πάτρικ (ο οποίος μάλλον θα έκανε περήφανο τον γαμπρό του Καρλ Μαρξ, Πωλ Λαφάργκ ) και τον απηυδυσμένο απ΄την τακτοποιημένη οικογενειακή ζωή του, Μπιόρν. Ο Μπιόρν ο οποίος είναι πάντα έτοιμος να ζητήσει συγγνώμη, να μην ενοχλήσει, να μην ξεβολέψει, ακόμη και αν ο άλλος, εκμεταλλευόμενος ακριβώς αυτή την υπέρμετρη κοινωνική ευαισθησία του, παραβιάζει τον προσωπικό του χώρο, τον προσβάλλει, τον απειλεί και πάει λέγοντας. Η ταινία του Tafdrup, δείχνει με τον πλέον σοκαριστικό τρόπο, πως η υπερβολική ευγένεια/ανοχή/καλή διάθεση κλπ., σκοτώνει, μεταφορικά ή κυριολεκτικά… Είναι μία καλά θαμμένη, ζωτική ανάγκη να γίνουμε αποδεκτοί και αρεστοί, που σε πολλούς ανθρώπους καταντάει ασύγγνωστη καλή προαίρεση. ‘Οσο περισσότερο δίνεις, τόσο περισσότερο σου ζητάνε, και όταν αυτός που ζητάει δεν έχει μέτρο/όρια, τότε τα πράγματα γίνονται πολύ επικίνδυνα.

Όταν η διαίσθησή σας, ουρλιάζει και σας λέει «φύγε τώρα», να την ακούτε. Αυτή, ξέρει, και είναι ζήτημα ζωής και θανάτου να το μεταδώσει.

 


 

Trivia 

·        Τα γυρίσματα έγιναν σε Δανία, Ιταλία και Ολλανδία.

·        Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο 38ο Φεστιβάλ του Sundance. Στην Ελλάδα προβλήθηκε τον Νοέμβριο του 2022 στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

·        Τον Απρίλιο του 2023 ανακοινώθηκε  πως θα γυριστεί remake της ταινίας, με πρωταγωνιστή τον James McAvoy, και σκηνοθέτη τον James Watkins ο οποίος μας έχει δώσει το συγκλονιστικό EDEN LAKE(2008).

 

 

 


Σχόλια