Η βασίλισσα

 

Το πορτρέτο ενός ακαταμάχητου…καθάρματος, μας παρουσιάζει η εξαιρετική δουλειά του Hirokazu Koreeda με τον τίτλο LA VERITE/ THE TRUTH(2019), πρώτη του ταινία εκτός Ιαπωνίας,και σε άλλη απ΄την μητρική του γλώσσα.Το μεγάλο της όπλο είναι η απολαυστικότατη και άκρως πειστική, Catherine Deneuve στον πρωταγωνιστικό ρόλο της διάσημης (και βραβευμένης ηθποιού) Φαμπιέν Ντανζεβίλ, η οποία παίζει τον ρόλο της κόρης σε ένα δράμα,όπου ο βασικός γυναικείος χαρακτήρας (που τον ενσαρκώνει η Manon Clavel) είναι μια γυναίκα που μαθαίνει πως ασθενεί βαριά και πρόκειται να πεθάνει, γιαυτο και αποφασίζει να επιβραδύνει το μοιραίο, μετακομίζοντας στο…Διάστημα, και επισκεπτόμενη την κόρη της, κάθε 7 χρόνια. Η Φαμπιέν επίσης ετοιμάζεται να δρέψει δάφνες (ή λεμονόκουπες)για το συγγραφικό πόνημά της, μια αυτοβιογραφία, στην οποία φαίνεται πως δεν ήταν και τόσο ακριβής, κάτι που εξοργίζει την κόρη της, σεναριογράφο που διαμένει στις ΗΠΑ, Λουμίρ (μια πανέμορφη και πειστικότατη ως κόρη της διασημότητας, Juliette Binoche) , η οποία την επισκέπτεται στη Γαλλία μαζί με τον σύζυγό της-ηθοποιό Χανκ (ο Εthan Hawke) και την κορούλα τους, Σαρλότ (η γλυκύτατη Clementine Grenier).

Η εξαιρετική χημεία ανάμεσα στις Deneuve- Binoche, και η μοναδική διαπλοκή αλήθειας-ψέμματος που διατρέχει την ταινία κάνουν αυτή τη δουλειά του Korreda γοητευτική και μας προσφέρουν μία μοναδική οπτικοποίηση της «κατάρας» που ακολουθεί τους ηθοποιούς : δε μπορείς να είσαι σίγουρος, πότε είναι ο εαυτός τους σε δεδομένη περίσταση, ή υποδύονται επιτυχώς ένα ρόλο… Η Φαμπιέν,είναι μια αληθινή σταρ του σινεμά, συνηθισμένη να γοητεύει τους γύρω της, κι αυτοί ανεξήγητα, να της συγχωρούν τα πάντα,και να ικανοποιούν κάθε επιθυμία της. Ο πιστός της μάνατζερ Λούκ,είναι αυτός που ανέχεται στωικά (μαζί με τον τωρινό σύζυγό της Ζακ) τα καπρίτσια της και τις ανασφάλειές της− όπως αυτές που βγαίνουν στην επιφάνεια λόγω της παρουσίας της ωραίας Μανόν Λενουάρ η οποία έχει όλα τα φόντα να την ξεπεράσει,και γιατί όχι, να την αντικαταστήσει στο βάθρο.Η λεπτή ειρωνεία στην επιλεκτική ( ; ) αμνησία της τρανής Φαμπιέν αναφορικά με το ποιες συνάδελφοί της είναι πλέον μακαρίτισσες και ποιες ακόμη εν ζωή,λειτουργεί σαν ένα μικρό, ανεπαίσθητο κουδούνι για την ντίβα Φαμπιέν,που ταλανίζεται μυστικά από μια προσωπική τραγωδία : η πιο αγαπημένη της φίλη, επίσης ταλαντούχα ηθοποιός, η Σάρα Μονταβάν πέθανε,και ο θάνατός της «χρεώνεται» στην κυνική και ψυχρή Φαμπιέν. Το φάντασμα της Σάρα, στοιχειώνει όχι μόνο όλη την ταινία, αλλά και τις ζωές των δύο πρωταγωνιστριών : της Φαμπιέν και της κόρης της, Λουμίρ.

Είναι απολύτως δικαιολογημένη πιστεύω, η σύγκριση της προβληματικής σχέσης Φαμπιέν-Λουμίρ, με μία άλλη εξίσου δύσκολη σχέση μάνας-κόρης : εκείνης που απεικονιζόταν τόσο καθηλωτικά στη θρυλική ταινία του I.Bergman, Autumn Sonata (1978). Εδώ όμως, η μητρική φιγούρα της Φαμπιέν, είναι μακράν πιο αξιολάτρευτη, δεν βλέπουμε αυτήν την ξινή απόρριψη στο πρόσωπό της, και την σκληρότητα ίσως, που βλέπαμε στο πρόσωπο της Ingrid Bergman, και αυτό ακριβώς,αυτή η αύρα της μεγάλης σταρ που έχει τέτοια μυστηριώδη επίδραση στους γύρω της,είναι και το μεγάλο όπλο της Φαμπιέν : το χαρακτηριστικό άλλωστε όλων των γοητευτικών προσωπικοτήτων είναι πως μαγεύουν τόσο πολύ τους ανθρώπους του περιβάλλοντός τους, ώστε αυτοί σαν υπάκουα πλάσματα, να εκτελούν τις επιθυμίες τους,και κυρίως να τους συγχωρούν τ’ατοπήματά τους, κι αυτό το βλέπουμε χαρακτηριστικά στην στάση και του μάνατζερ της Φαμπιέν, Λούκ αλλά και στη στάση της Λουμίρ.









Η τόσο γοητευτική ταινία του Koreeda,διαθέτει δύο φοβερά ευρήματα : το ένα είναι η ταινία μέσα στην ταινία (η ταινία στην οποία παίζει η μεγάλη Φαμπιέν),η οποία σίγουρα έχει και ένα σημειολογικό βάρος το οποίο ευτυχώς γίνεται αντιληπτό και απ΄τα δύο μέρη(και τη Φαμπιέν και τη Λουμίρ),το δεύτερο που προσωπικά με ξετρέλανε, είναι η τεχνηέντως καλλιεργημένη αμφιβολία για το αν η τρανή Φαμπιέν είναι μάγισσα ή όχι. Σε μία χαρακτηριστική σεκάνς,η μικρή Σαρλότ,η εγγονή της, διαβάζει το πιο αγαπημένο παραμύθι της μαμάς της (η οποία της το αγόρασε ακριβώς επειδή ήταν το δικό της αγαπημένο παραμύθι όταν ήταν μικρή) τη Μάγισσα Του Δάσους Βινσέν και ρωτάει τη μαμά της, αν τελικά η γιαγιά της είναι μάγισσα, γιατί έχει κάτι ανησυχητικές ενδείξεις επ’ αυτού : η τεράστια χελώνα στον κήπο της, ο Πιέρ που περπατάει ένα βήμα κάθε 3 ώρες και τρώει μόνο λάχανο, είναι (της είπε η γιαγιά της) ο παππούς της ο Πιέρ, που τον μεταμόρφωσε σε χελώνα. Επίσης όταν η μικρή ρωτάει ευθέως τη γιαγιά της αν είναι μάγισσα, το κάνει επειδή προσδοκά μάλλον να «τακτοποιήσει» μια ενοχλητική συμμαθήτριά της στο σχολείο η οποία απ΄τα συμφραζόμενα καταλαβαίνουμε πως κάνει τη ζωή δύσκολη στη μικρούλα Σαρλότ.

Μήπως ήταν όντως μάγισσα η πάλαι ποτέ ωραία Φαμπιέν; Αυτή άλλωστε είπε γελώντας ότι παλιά τα παιδιά της γειτονιάς έφευγαν τρομοκρατημένα αντικρίζοντάς την, φοβούμενα προφανώς μήπως τα μεταμορφώσει σε τίποτα (είναι πολύ αστεία η κίνηση με το αόρατο μαγικό ραβδί,που κάνει η Φαμπιέν στην εγγονή της), και η χελώνα ο Πιέρ, εξαφανίζεται ανεξήγητα, άμα τη εμφανίσει στο σπίτι της Φαμπιέν, του πρώην συζύγου της (και πατέρα της Λουμίρ) Πιέρ, ο οποίος υποτίθεται πως ήρθε να συγχαρεί τη διάσημη σύζυγό του για το βιβλίο της. Και πέρα απ΄τις αμφιβολίες περί των μαγικών δυνάμεων ή όχι, της υπεροπτικής Φαμπιέν,έχουμε το μείζον θέμα με το πως έχει «μαγειρέψει» το βιβλίο της : τί στην ευχή, ήταν τελικά αλήθεια και τί ψέμα, αφήνεται αναπάντητο και το διφορούμενο βλέμμα της Λουμίρ (της βαθύτατα πληγωμένης απ ΄την συμπεριφορά της διάσημης μητέρας της) προς την Σαρλότ προς το τέλος της ταινίας, περιπλέκει περισσότερο τα πράγματα. ‘Εχει σημασία τελικά, αν η Λουμίρ κατορθώνει να ορθώσει κατά τι, το ανάστημά της στη μητέρα της σ’εκείνη τη φοβερή σκηνή στο οικογενειακό δείπνο,με πρώην και νυν σύζυγο της μεγάλης σταρ να συνυπάρχουν στο ίδιο τραπέζι άκρως πολιτισμένα,τον ηθοποιό σύζυγο της Λουμίρ να παρατηρεί με κρυφό δέος την διάσημη πεθερά του, και την κόρη της να προσπαθεί να διατηρήσει την ψυχραιμία της και να μην τα κάνει όλα λίμπα; Έχει σημασία αν η τρομερή Φαμπιέν δε λέει κουβέντα για τον μάνατζέρ της στο βιβλιο της, και φτάνει στο σημείο να ζητήσει απ ΄τη σεναριογράφο κόρη της, να της γράψει μια απολογία για να την παπαγαλίσει στον προσβεβλημένο Λούκ, αφού «εγώ δεν έχω απολογηθεί ποτέ σε άντρα» λέει ενοχλημένη στη Λουμίρ, όταν το φινάλε τους βρίσκει όλους μαγεμένους ξανά απ΄την ανεξήγητη γοητεία της;

«Προτιμώ να είμαι κακή μάνα, κακή φίλη και καλή ηθοποιός» απαντάει η υπεροπτική σταρ στις αιτιάσεις της κόρης της, και δεν ντρέπεται… ιδού το τίμημα του επαγγελματισμού και της υπεροχής : τα κάνεις σαλάτα στην προσωπική σου ζωή, πληγώνεις με το τσουβάλι τους ανθρώπους που σε αγαπούν, αλλά βραβεύεσαι για τις επιδόσεις σου στον τομέα δραστηριότητά σου, και ευχαριστείς με δάκρυα στα μάτια,για την υποστήριξή τους, αυτούς ακριβώς που «φτύνεις» με την απαράδεκτη συμπεριφορά σου…







Και το αποκορύφωμα αυτής της ανεκδιήγητης συμπεριφοράς της Φαμπιέν, είναι βεβαίως η σκηνή της συμφιλίωσή της με την κόρη της, όπου η σταρ αποδεικνύει περίτρανα, πως αυτό που έχει σημασία γιαυτήν, αυτό που την απασχολεί πάντα και παντού, είναι η υποκριτική της τέχνη,η βελτίωσή της.

Η εξαιρετική Deneuve είναι πλήρως ενταγμένη στο ρόλο της σταρ Φαμπιέν, σε σημείο ν’αναρωτιόμαστε αν παρόμοια περιστατικά της ζωής της Φαμπιέν υπήρξαν και στον βίο της Deneuve, η κομβικής σημασίας σκηνή του δείπνου στο σπίτι της, είναι χαρακτηριστική και λέει πολλά για το ποιόν της Φαμπιέν,η οποία όμως δεν πτοείται καθόλου απ΄αυτό το «λαϊκό δικαστήριο» που στήθηκε ξαφνικά μεταξύ καρμπονάρας και τούρτας για επιδόρπιο−είναι ίδιον των γονέων που έχουν σημαδέψει τα τέκνα τους ανεξίτηλα,να μην παραδέχονται φυσικά τις πράξεις τους, αλλά και να έχουν μια αμυντική στάση μετερχόμενοι τα τεχνάσματα του κατηγορούμενου.

Είναι πάνω ή κάτω απ΄το έργο της η Φαμπιέν; Ήταν μια τρομερή(με την καλή έννοια) ηθοποιός και μία εξίσου τρομερή (με την κακή έννοια) μητέρα; Η ερώτηση της μικρούλας Σαρλότ προς τη μαμά της, εκεί κοντά στο φινάλε, μήπως είναι ερώτηση που αφορά τελικά τη σχέση κάθε έργου Τέχνης με τους αποδέκτες τους και όσα συναισθήματα, τους εκμαιεύει; Αν η επιτυχία μιάς ταινίας φερειπείν, βασίζεται στο περίφημο suspension of disbelief,τα συναισθήματά μας ως αποδέκτες αυτού του ψεύδους,είναι αληθινά ή ψεύτικα; Και πόσο αληθινό είναι κάτι που πατάει σε ψεύτικη βάση; Τα διφορούμενα βλέμματα της Λουμίρ και του Λούκ, κρύβουν ίσως την απάντηση.

 

 











 

 

 

 

Σχόλια