Με του Χάρου την ανάσα


Έχει τελικά τόση σημασία (εννοώ πρωταρχική), αν η ταινία του Sam Mendes με τίτλο 1917 είναι ένα γιγαντιαίο μονόπλανο διάρκειας 2 ωρών, ή μερικά μακρά πλάνα (διάρκειας 9 λεπτών έκαστο) αριστοτεχνικά μονταρισμένα ; νομίζω πως όχι. Βεβαίως το ότι η επιθυμία του σκηνοθέτη ν'αφηγηθεί την ιστορία των δύο υποδεκανέων με την σημαντικότατη αποστολή "σε πραγματικό χρόνο" βοηθήθηκε τα μάλα απ΄τον τρόπο κινηματογράφισης, είναι αδιαμφισβήτητο. Η ταινία του Mendes (πλέον με 3 βραβεία oscar στις αποσκευές της) είναι πάνω απ' όλα μία κινηματογραφική εμπειρία, ένα συγκλονιστικό (αντι)πολεμικό επίτευγμα, και η δουλειά που έχει γίνει με τη "συρραφή" των πλάνων ήταν άξια βράβευσης, κατορθώνει να συνεπάρει τον θεατή και να τον βάλει μέσα στα χαρακώματα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, μαζί με τους δύο νεαρούς στρατιώτες Τομ Μπλέηκ (ο Dean Charles Chapman) και Γουίλ Σκόφιλντ (ο εξαιρετικός George Mackay) που προσπαθούν να νικήσουν τον χρόνο, το φόβο τους για όσα θ'αντιμετωπίσουν στη διαδρομή και να φέρουν εις πέρας μιά άκρως ζωτικής σημασίας αποστολή : πρέπει να παραδώσουν διαταγή μη επίθεσης, στον συνταγματάρχη Μακένζι (ο Benedict Cumberbatch) ο οποίος έχει αποφασίσει να καταδιώξει τον εχθρό (τους Γερμανούς) που δίνουν την εντύπωση πως υποχώρησαν. Πρόκειται όμως περί παγίδας, μιά παγίδα την σχεδίαση της οποίας αγνοεί ο Μακένζι και η στρατιά του επειδή οι Γερμανοί φρόντισαν να καταστρέψουν τις επίγειες τηλεφωνικές γραμμές  των Άγγλων. Έχει και τον συμβολισμό του η επιλογή δύο όχι και τόσο διάσημων ηθοποιών για να υποδυθούν τους υποδεκανείς, τους "ταπεινούς" στρατιώτες που κλέβουν λίγη ώρα ανάπαυσης κάτω απ΄τα δέντρα μέσα σ'ένα λιβάδι, αγνοώντας τι τους περιμένει. Κι είναι πραγματικά υπέροχη η φωτογραφία του Roger Deakins (το ένα έκ των 3 όσκαρ φέτος που έλαβε η ταινία), το εναρκτήριο πλάνο με το οποίο ξεκινάει το ασθματικό ταξιδι των 2 νεαρών (μαζί και των θεατών), έχει το καθρέφτισμά του στο έσχατο πλάνο της ταινίας, όταν συνέβησαν τραγικά περιστατικά και οι οδοιπόροι δεν ήταν όπως ξεκίνησαν... σίγουρα αυτός που δεν  ήταν, ήταν ο αφρατούλης, εξωστρεφής κι ομιλητικότατος Μπλέηκ ο οποίος επωμίζεται μιά αποστολή διάσωσης στην ουσία : η επιτυχής παράδοση της κρίσιμης διαταγής στα χέρια του Μακένζι θα έχει ως αποτέλεσμα να γλιτώσουν 1600 άνδρες, συστρατιώτες. 1600 άνθρωποι θ'αποφύγουν να γίνουν "κρέας για τα κανόνια" των Γερμανών που έχουν ανασυνταχθεί με βαρύτατο οπλισμό σε νέο μέτωπο περιμένοντας τους Άγγλους να πέσουν στην παγίδα τους. Σε όλη την ταινία, η μοναδική φωτογραφία του Deakins, λέει πράγματα που αποσιωπούν οι λιτοί διάλογοι των προσώπων του δράματος, και δίνει σ'αυτό το κινηματογραφικό επίτευγμα διαστάσεις υπαρξιακές : υπάρχουν πλάνα ιδίως στην πρώτη ώρα της ταινίας, όπου τονίζεται θα' λεγε κανείς η συντροφικότητα και δυαδικότητα, ο Μπλέηκ προχωράει με προτεταμένη τη λόγχη του φερειπείν, ανάμεσα στα συντρίμμια που άφησαν πίσω τους οι Γερμανοί, και δίπλα του βλέπουμε τον εσωστρεφή και πιό ψύχραιμο Σκόφιλντ, να κάνει ακριβώς το ίδιο, να περπατάει με την ίδια προφύλαξη, σα να βλέπουμε τον Μπλέηκ να παρατηρεί το είδωλό του σε καθρέφτη. Η ίδια αίσθηση δυαδικότητας και διπλασιασμού δίνεται και στη σκηνή στο υπόγειο καταφύγιο (του εχθρού) το οποίο κάθε άλλο παρά σωτήριο αποδεικνύεται για τους δυό στρατιώτες. 



Αν είναι μιά φορά σημαντικό το γιατί ο Μπλέηκ επέλεξε για σύντροφό του σ'αυτή την αποστολή τον Σκόφιλντ, είναι δύο φορές σημαντικότερο, γιατί οι ανώτεροι αμφοτέρων επέλεξαν τον Μπλέηκ : ο Μπλέηκ δεν επελέγη επειδή ήταν απαραιτήτως ικανότερος από τους υπολοίπους της μονάδας του, επελέγη επειδή είχε αδελφό στην στρατιά του Μακένζι, άρα προσωπικό κίνητρο να υπερβεί εαυτόν και να φέρει σε πέρας την αποστολή... Και είναι πολύ ενδιαφέρον το ότι ο πιό συναισθηματικός και εκδηλωτικός απ΄τους δύο φαίνεται να είναι ο Μπλέηκ, αυτόν ρωτάει ευθέως στα πρώτα λεπτά της ταινίας, ο στρατηγός Έρινμορ (ο Colin Firth σε σύντομη εμφάνιση) αν όντως έχει αδελφό στη στρατιά υπό τον συνταγματάρχη Μακένζι και λαμβάνει καταφατική απάντηση. Είναι ο Σκόφιλντ όμως αυτός που αναδεικνύεται ο μοναδικός ήρωας στη δεύτερη ώρα της ταινίας, ο λιγομίλητος, ψύχραιμος και μεθοδικός Σκόφιλντ, για τον οποίο δεν γνωρίζουμε τίποτα, γιατι ο ίδιος δεν λέει τίποτα, όσο όμως περνάει η ώρα και το υπνωτιστικό φιδογύρισμα της κάμερας μέσα στα κλειστοφοβικά χαρακώματα δεν έχει τελειωμό, όσο ο ταλαιπωρημένος, συγκλονισμένος Σκόφιλντ πλησιάζει στο στόχο- τέλος, παρατηρούμε μία θαυμαστή "μεταμόρφωση" : ο Σκόφιλντ μοιάζει σα να κουβαλάει πλέον τον Μπλέηκ μέσα του, τον Μπλέηκ που έδωσε λυσσαλέα μάχη με το χρόνο (ο οποίος τον συνέτριψε τελικά) και που έσωσε τη ζωή του φίλου του-συστρατιώτη για να προσπαθήσει κι εκείνος να του το ανταποδώσει στην κρίσιμη σκηνή στην εγκαταλελειμένη φάρμα.
Είναι τόσο όμορφη και συγκλονιστική η ταινία του Mendes, τόσο υπέροχη η φωτογραφία του Deakins,με αποκορύφωμα τη σεκάνς στον οικισμό, όπου ο Σκόφιλντ, εντελώς διαλυμένος απ΄την κούραση και το άγχος για τη ζωή του, μοιάζει σα να ονειρεύεται. Μην ξεχνάμε ότι περπατούσαν όλη μέρα, είχαν ξεκινήσει από νωρίς το πρωί της 6ης Απριλίου του 1917, και όταν ο εξαντλημένος Σκόφιλντ φτάνει στον κατεστραμένο οικισμό, αυτά που βιώνει εκεί αποδίδονται τόσο αξέχαστα δια της φωτογραφίας του Deakins : ξαφνικά κι ενώ έχει βοηθήσει την κρυμμένη κοπέλα με το τρισχαριτωμένο μωράκι, ξαναβγαίνει απ΄το κρυσφήγετο για να συνεχίσει την πορεία του. Ένα κίτρινο φως λούζει τα ερείπια και τα πλάνα που βλέπουμε θυμίζουν τον πίνακα του Ιερώνυμου Μπος Last Judgement- μεθυσμένοι Γερμανοί τρεκλίζουν και βγάζουν τα σωθικά τους, άλλοι τον καταδιώκουν πυροβολώντας μανιασμένα, και φωτοβολίδες πέφτουν στη γη με το είδωλό τους να καθρεφτίζεται στα βρώμικα νερά που σχηματίζουν λιμνούλες εδώ κι εκεί. Ο Σκόφιλντ τρέχει για να σωθεί, παραπατώντας, και μοιάζει με αστροναύτη που τρέχει στην επιφάνεια ενός παντέρημου πλανήτη με κομήτες να λάμπουν σ'έναν αντεστραμμένο ουρανό. 



Ολόκληρη η ταινία, αποτελεί έναν αγώνα δρόμου δύο ανθρώπων, που δεν κατόρθωσαν να φτάσουν μαζί, όπως ξεκίνησαν, στο τέρμα. Και είναι άκρως συγκινητικό το τελευταίο μισάωρό της, υπό τους ήχους του Sixteen Hundred Men (απ΄το υπέροχο soundtrack που συνέθεσε ο Thomas Newman) όπου μόνο ένας άνθρωπος που έχει μοχθήσει/ πεθάνει στα πόδια του που λέει ο λόγος προκειμένου να καταφέρει κάτι, μπορεί πιστεύω να νιώσει αυτά που νιώθει ο εντελώς διαλυμένος και μουσκεμένος ως το κόκκαλο Σκόφιλντ, όταν ακούει το τραγουδι που λέει a capella ένας στρατιώτης της στρατιάς του Μακένζι- ο Σκόφιλντ δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι έφτασε στον προορισμό του, πως όλοι αυτοί που έχουν καθήσει μέσα στο δάσος κι ακούνε μαγεμένοι την κρυστάλλινη φωνή του στρατιώτη, είναι οι στρατιώτες που θα σώσει με την κρίσιμη διαταγή που μεταφέρει, κι όταν του το λένε, τότε ανασταίνεται πραγματικα : όπως ο μαραθωνοδρόμος μόλις φτάσει στα τελευταία χιλιόμετρα, κι ενώ η εξάντληση τον έχει αγκαλιάσει επικίνδυνα απειλώντας να τον σωριάσει κάτω, σφίγγει τα δόντια και φορτσάρει, έτσι κι ο πραγματικό ράκος Σκόφιλντ, έχοντας σφίξει στην αγκαλιά του το θάνατο, έχοντας προσφέρει το φαγητό του σ 'ενα μωράκι,πετάγεται σαν ελατήριο και απαιτεί να δεί τον συνταγματάρχη Μακένζι. Τώρα είναι που δεν θα τα παρατήσει, τώρα είναι που πρέπει να επιμείνει και να κάνει άλμα μεγαλύτερο απ΄την απίστευτη κούραση που τον έχει μουσκέψει. Διότι έχει και ο Σκόφιλντ προσωπικό κίνητρο να φέρει σε πέρας την αποστολή του Μπλέηκ, και το κίνητρο αυτό την ύπαρξη του οποίου κρατούσε μυστική σ' όλη την ταινία, το βλέπουμε μαζί του στο τελευταίο, λυτρωτικό, πλάνο.
"Νόμιζα πως θα ήταν κάτι εύκολο" του είχε πεί αγανακτισμένος ο Μπλέηκ, τότε που κόντεψαν να θαφτούν μέσα στο καταφύγιο. Οι δύο ανυποψίαστοι ούτως ειπείν στρατιώτες, ξαμολύθηκαν υπακούοντας στις διαταγές των ανωτέρων τους, και δεν πίστευαν ότι η εξέλιξη θα ήταν αυτή που είδαμε κι εμείς κι αυτοί. Ούτε κι ο αδελφός του Τομ Μπλέηκ, υπολοχαγός Τζόζεφ Μπλέηκ (φοβερός ο Richard Madden του GoT) πίστευε προφανώς, ότι θ'ακουγε τόσο δυσάρεστα νέα.
 Μήπως όμως πίστευε κι ο Σκόφιλντ ότι θα τα κατάφερνε; 



Ασχέτως αν η αφήγηση του Mendes είναι ιστορικά ακριβής (έχει εμφανιστεί κι αυτή η απορία στο διαδίκτυο), το βέβαιο είναι πως πρόκειται για μία θαυμάσια ταινία. Η σκηνή όπου ο εξαντλημένος Σκόφιλντ περιφέρεται μέσα στην τέντα-πρόχειρο χειρουργείο που έχει στήσει η στρατιά του Μακένζι είναι από μόνη της αντι-πολεμική κραυγή (κυριολεκτικά και μεταφορικά κραυγή), όλη η φρίκη και ο πόνος που προκαλεί ο πόλεμος κουμπώνουν εφιαλτικά με την ατάκα-προειδοποίηση του κάπταιν Σμιθ (ο Mark Strong) προς τον Σκόφιλντ : "φρόντισε να έχεις μάρτυρες κατά την παράδοση της διαταγής. Γιατί κάποιοι απλώς γουστάρουν τη μάχη..." του λέει. Και το τελευταίο πλάνο, είναι τόσο μα τόσο συγκινητικό : ο Σκόφιλντ, κατά κάποιο τρόπο νικητής, τρεκλιζει εξαντλημένος πηγαίνοντας να καθίσει κάτω απ΄το δέντρο- ένα πλάνο "δίδυμο" του εναρκτήριου πλάνου της ταινίας. Η ανακούφιση απλώνεται στο πρόσωπό του, αποστολή εξετελέσθη.


Trivia :

  • Τα γυρίσματα έγιναν στο Ηνωμένο Βασίλειο απ΄τον Απρίλιο μέχρι τον Ιούνιο του 2019.
  • Για τις ανάγκες της ταινίας σκάφτηκαν χαρακώματα που έφταναν σε μάκρος το 1 μίλι (1.61km).
  • Η ταινία βασίστηκε εν μέρει στις αφηγήσεις του παππού (απ' την πλευρά του πατέρα του) του σκηνοθέτη, Alfred Mendes, στον οποίο και αφιερώνει την ταινία.
  • Το τραγούδι που ακούμε στη σκηνή του δάσους, τραγουδάει a capella ο ηθοποιός-τραγουδιστής Jos Slovick, κι έχει τον τίτλο Wayfaring Stranger. Δεν περιλαμβάνεται πάντως στο ost της ταινίας.
  • Ο στρατηγός Έρινμορ, απαντάει στην ερώτηση του Σκόφιλντ, στην αρχή της ταινίας, με στίχους απ΄το ποίημα του R.Kipling The Winners.
  • Ο George Mackay κάνει μία εξαιρετική εμφάνιση επίσης, στην νέα ταινία του Justin Kurzel, True History Of The Kelly Gang.



Σχόλια