Το μοναχικό ηλιοτρόπιο


 Χρωματική πανδαισία κι ένα άκρως συγκινητικό πορτραίτο του αγαπημένου Ολλανδού ζωγράφου Βίνσεντ Βαν Γκογκ, μας προσφέρει η ταινία του Julian Schnabel με τίτλο AT ETERNITY’S GATE, εστιάζοντας στα τελευταία χρόνια ζωής του ζωγράφου όταν ζούσε πλέον στη Νότια Γαλλία.
“This is not the official history− it’s my version. One that I hope could make you closer to him” έχει δηλώσει για την ταινία του ο σκηνοθέτης (και ζωγράφος), ο οποίος δίδαξε ζωγραφική στον πρωταγωνιστή της ταινίας W.Dafoe προκειμένου να τον προετοιμάσει για το ρόλο. Το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικό : ο Willem Dafoe υποδυόμενος τον τόσο βασανισμένο ψυχικά ζωγράφο, πείθει απολύτως (πρωτίστως φυσιογνωμικά) ότι είναι ο Βίνσεντο Βίνσεντ που μπαινόβγαινε σε ψυχιατρικά νοσοκομεία αλλά δε σταμάτησε ποτέ να ζωγραφίζει. Ο Βίνσεντ που καιγόταν απ΄την επιθυμία να μεταδώσει στους άλλους το πώς έβλεπε αυτός τον κόσμο, που λάτρευε τη φύση, και έλεγε στον γιατρό που τον παρακολουθούσε για ένα διάστημα : «είμαι οι πίνακές μου».
Ο Dafoe είναι πραγματικά υπέροχος− δικαίως υποψήφιος για το όσκαρ Α’ ανδρ.ρόλου φέτος− είναι εντελώς μέσα στο ρόλο του και δημιουργεί την απόλυτη ψευδαίσθηση ότι βλέπουμε τον Βίνσεντ απέναντί μας. Δίπλα του, άξιος συμπρωταγωνιστής είναι ο Rupert Friend υποδυόμενος εξαιρετικά τον αγαπημένο αδελφό του Βίνσεντ, Τεό Βαν Γκογκ, πετυχημένο έμπορο έργων Τέχνης και το μοναδικό συνασθηματικο-οικονομικό στήριγμά του. Η πιό συγκινητική σκηνή της ταινίας είναι αυτή όπου βλέπουμε τον Τεό να επισκέπτεται τον αδελφό του στο ψυχιατρικό νοσοκομείο όπου εισήχθη «για ποιό λόγο δεν θυμάμαι» λέει ο συντετριμμένος Βίνσεντ στον αδελφό του αγκαλιάζοντάς τον σφιχτά. Η όμορφη μουσική της Tatiana Lisovskaia έχει ταιριάξει πολύ πετυχημένα με την υπέροχη χρωματική παλέτα της ταινίας, μεταδίδοντας μία αφόρητη χαρμολύπη, ακριβώς αυτήν που μεταδίδουν οι υπέροχοι πίνακες του Βαν Γκογκ. Καλλιτεχνική ευφυία και προσωπική δυστυχία διαπλέκονται μονίμως σ’ό,τι αφορά τον αγαπημένο ζωγράφο, επαληθεύοντας για πολλοστή φορά την πεποίθηση ότι η δημιουργία,συχνά συνεπάγεται/απαιτεί βαρύ τίμημα.
« Όλοι οι ζωγράφοι είναι τρελοί ; » ρωτάει τον Βίνσεντ ένας τρόφιμος στο ψυχιατρικό κέντρο που νοσηλεύεται, για να πάρει την απάντηση : «μόνο οι καλοί», και νομίζω πως δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ ήταν καλός ζωγράφος. Ήταν όμως και τρελός; Τρελός με τι κριτήρια ;
Στην ωραιότερη, κατ’εμέ, σεκάνς της ταινίας, βλέπουμε εκ παραλλήλου τον βασανισμένο Βίνσεντ να κάθεται μόνος (με τους δαίμονές του) ντυμμένος τον ζουρλομανδύα, σ΄ένα δωμάτιο ψυχιατρείου, και την ενθουσιώδη αντίδραση που προκάλεσαν τα έργα του, αυτοί οι χείμαρροι χρώματος και φωτός που λούζουν  τη ζωή του αποδέκτη τους, όπως τόσο όμορφα περιγράφει ο φίλος  και ομότεχνος του Βίνσεντ, Πωλ Γκωγκέν (επαρκέστατος ως συνήθως, ο Oscar Isaac) στο φινάλε της ταινίας.
Κομβικής σημασίας-ενδεικτική της νοοτροπίας  του περίγυρου του Βαν Γκογκ, είναι η σκηνή της συνομιλίας του με τον ιερέα που είναι αρμόδιος, όπως τον ενημερώνει, για ν’αποφασίσει αν και πότε θα πάρει εξιτήριο! Επινοημένος ο χαρακτήρας του ιερέα (τον υποδύεται ο Mads Mikkelsen) αλλά λίγη σημασία έχει αυτό νομίζωτο μείζον είναι η προσπάθεια του παπά να πείσει ( ; ) τον Βίνσεντ πως το τάλαντό του στη ζωγραφική είναι κάτι θεόσταλτο, με όσα συνεπάγεται αυτή η διαπίστωση…
Συγκινητικότατη είναι η ταινία του Schnabel,με πειστικές ερμηνείες, και το φοβερό δίδυμο των Dafoe-Friend να κυριαρχεί. Δεν είναι τυχαίο μάλλον το ότι σε πολλές σκηνές έχουμε την αίσθηση πως βλέπουμε «με τα μάτια» του Βίνσεντ, βιώνουμε τα συμβάντα, δεχόμαστε την υπέροχη φύση σα να είμαστε εμείς κι ο Βίνσεντ ένα πρόσωπο, ο παθιασμένος καλλιτέχνης που όπως πολύ ωραία είπε ο πρωταγωνιστής της ταινίας «thought art was a language ; art was a way of seeing ; art was a way of waking up.”
Ως αποδέκτες έργων Τέχνης (και δη πινάκων ζωγραφικής), βλεπουμε μόνο το αποτέλεσμαστην πλειοψηφία των περιπτώσεων ο κάματος, η αγωνία, οι παλινδρομήσεις, οι αποτυχημένες προσπάθειες, ίσως και η οργή για την μη επίτευξη του απολύτως επιθυμητού (απ΄τον δημιουργό) αποτελέσματος μένουν στη σκιά, αγνοούνται απ’ τα λεφούσια θεατών και κριτών που θαυμάζουν/ εξυμνούν/ «θάβουν» το έργο. Η ταινία του Schnabel επιχειρεί να μας δώσει ένα σκίτσο του ψυχοσυναισθηματικού «εργαστηρίου» του ζωγράφου Βαν Γκογκ, ένα σκίτσο του ανθρώπου πίσω απ’ τους τόσο διάσημους πλέον, πίνακές του. ‘Ενας άνθρωπος που ποθούσε ν’αγαπηθεί ήταν κατά βάθος ο Βίνσεντ, αυτή την έκκληση για αγάπη διατύπωσε τόσο ακαταμάχητα μέσω του έργου του. Το αποτέλεσμα είναι, αν μη τι άλλο, επιδραστικό.



Trivia :
·       Ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ πέθανε σε ηλικία 37 ετών, έχοντας δεχτεί πυροβολισμό στο στομάχι. 6 μήνες μετά, τον ακολούθησε στον τάφο ο μικρότερος αδελφός του Τεό σε ηλικία 33 ετών.
·       Ο Δρ.Πωλ Γκασέ (τον υποδύεται ο Matthieu Amalric) ήταν καρδιολόγος κι ερασιτέχνης καλλιτέχνης, έγινε πολύ φίλος με τον Βίνσεντ, ο οποίος διέμενε στη σοφίτα του σπιτιού του στο Auvers-Sur-Oise. Στο διάστημα που διέμενε στο σπίτι του γιατρού, ο Βίνσεντ ζωγράφισε πάνω από 70 πίνακες.
·       Το σημειωματάριο που έδωσε η κυρία Ζινού (Emmanuelle Seigner) στον Βίνσεντ για να ζωγραφίζει, αυτός της το επέστρεψε γεμίζοντάς του με 65 σχέδια. Η κυρία Ζινού δεν έμαθε ποτέ για την επιστροφή. Το σημειωματάριο ανακαλύφθηκε 126 χρόνια μετά, το 2016. Η κυρία Ζινού ζωγραφίστηκε εκτενώς απ΄τον Βαν Γκογκ. Ο Βίνσεντ έφτιαξε μία σειρά 6 πορτραίτων της με τίτλο LArlesienne, και η τεχνοτροπία του, θύμιζε Γκωγκέν. Ο σύζυγος της κυρίας Ζινού ήταν απ΄τους μεγαλύτερους υποστηρικτές της εκστρατείας που ‘χε ξεκινήσει για την ιδρυματοποίηση του ζωγράφου…
·       Η ταινία γυρίστηκε μέσα σε 38 μέρες, στην Arles, Bouchers-du-Rhone και Auvers-Sur-Oise, μέρη όπου έζησε ο Βίνσεντ τα τελευταία χρόνια της ζωής του.









Σχόλια