Φωτεινό διάλειμμα



Ένα κομψοτέχνημα-χάρμα οφθαλμών, δώρο για τους έχοντες την όρασή τους είναι η ταινία της Barbara Albert LICHT/ MADEMOISELLE PARADIS (βασισμένη στο μυθιστόρημα της Alissa Walser, Mesmerized), αλλά και μία πολύ τρυφερή κι ενδιαφέρουσα ματιά στην τυφλότητα, μιάς και ο βασικός χαρακτήρας της είναι η τυφλή πιανίστα-μουσικοσυνθέτης του 18ου αιώνα, Μαρία-Θηρεσία Παραντί.
Με υπέροχη φωτογραφία (κάθε πλάνο θυμίζει πίνακες του Ροκοκό), εκπληκτικά κοστούμια και πανέμορφη μουσική επένδυση,η Albert μας παρουσιάζει μια νεαρή κοπέλα η οποία είχε την ατυχία να χάσει την όρασή της ούσα μόλις 3 ετών αλλά σ’αντιστάθμισμα αυτής της απώλειας ν’αναπτύξει αξιοθαύμαστη δεξιοτεχνία στο πιάνο. Η μόλις 24 ετών πρωταγωνίστρια, Maria-Victoria Dragus (πρωταγωνιστούσε και στο προπέρσινο Bacalaureat) είναι καταπληκτική, έχει κατορθώσει να γίνει απολύτως πιστευτή ως τυφλή μουσικός,και φορτίζει το ρόλο της με πάθος αλλά και ανομολόγητη θλίψη λόγω φυσικά της αναπηρίας της.
Πώς νιώθει ένας άνθρωπος που έχει στερηθεί την βασικότερη των αισθήσεων; πώς νιώθει η Μαρία-Θηρεσία όταν ανοίγει τα μάτια της κι αντικρύζει πάντα και συνεχώς σκοτάδι; Το ότι η ταινία εστιάζει σε μία (μόνο) κρίσιμη περίοδο της ζωής της μουσικού, και δη σ’αυτήν της (παροδικής) θεραπείας της κι ανάκτησης της όρασής της, δεν την εμποδίζει (και σ’αυτό συμβάλλει καθοριστικά η έξοχη Dragus) να μας προσφέρει ένα διεισδυτικό κι ευαίσθητο πορτραίτο του 17χρονου τότε, κοριτσιού με τον πατέρα υπουργό Εμπορίου της Αυτοκράτειρας Μαρίας-Θηρεσίας (βρισκόμαστε στη Βιέννη του 1777), το αξιοσημείωτο ταλέντο στο πιάνο και τον συρφετό όλης της «καλής κοινωνίας» της πόλης που θέλουν να δούν με τα μάτια τους το «θαύμα» της ανάκτησης της όρασης, βάσει μίας επιστημονικά αμφισβητούμενης μεθόδου που εφάρμοζε ο Δρ.Φραντς Μεσμέρ (πολύ καλός ο Devid Striesow). Η συμπαθέστατη νεαρή πιανίστα ( η οποία λάμβανε σύνταξη για την αναπηρία της), ντυμμένη στα μετάξια και φορώντας τεράστιες περούκες φερμένες απ΄το Παρίσι, παίζει αγόγγυστα ό,τι της ζητηθεί, για την ακρίβεια όποιο κομμάτι της πούν να παίξει, οι γονείς της− απολαυστικοί οι Katja Kolm, Lukas Miko− οι οποίοι βεβαίως και την αγαπούν, βεβαίως κι έχουν αγωνία για την εξέλιξή της στη μουσική,βεβαίως και κρυφά φρίττουν ίσως, για τη συμφορά που χτύπησε το κορίτσι τους σε τόσο νεαρή ηλικία (στην ταινία δεν υπάρχει καμία αναφορά στην αιτία απώλειας της όρασης της Μαρίας-Θηρεσίας, υπάρχει όμως μία κομβικής σημασίας σκηνή μεταξύ μάνας-κόρης, η οποία ίσως και να κρύβει την απάντηση).
Η δεσποινίς Παραντί όμως δεν είναι απλώς μία εξαιρετική πιανίστα-αξιοθέατο, είναι κι ένας άνθρωπος που σκέφτεται πάνω στην κατάστασή της και προφέρει δυό σημαντικότατες ατάκες, οι οποίες συνοψίζουν πολύ εύστοχα το δράμα ενός ανθρώπου που δεν έχει αυτό που η πλειοψηφία θεωρεί δεδομένο κι αυτονόητοIf you cannot see, you are not seen.And if you are not seen,you are not heard.You dont live”, λέει αυθόρμητα στον Δρ.Μεσμέρ ο οποίος την ακούει πολύ προσεκτικά, για να συνεχίσει λέγοντάς του πόσο υπέροχα νιώθει μόλις καθήσει στο πιάνο.Η τυφλή κοπέλα που σ’αναπλήρωση της απωλεσθείσας όρασης,καλλιέργησε την δεξιοτεχνία της στο πιάνο, είναι πάνω απ’ όλα ένας άνθρωπος που ποθεί  να ιδωθεί απ ΄τους άλλους ανθρώπους,να πάψει να νιώθει αόρατη,ανύπαρκτη, σα να γλιστράει σιγά-σιγά στη γη της ερήμωσης και της αιώνιας μοναξιάς.
« ‘Εχω ακούσει απ΄τις φίλες μου ότι το να βλέπεις είναι ακόμη πιό ωραίο» λέει το γλυκύτατο πλάσμα στον Δόκτορα,και πώς να μην τον συγκινήσει; Η ομορφιά που ξεχύνεται απ΄αυτή την ταινία, δεν κρύβει την τραγική ουσία της : το ότι αυτό το συμπαθέστατο κορίτσι που είχε δαμάσει το πιάνο, είδε τον κόσμο για λίγο, κι επέστρεψε κατόπιν, οριστικά στο σκοτάδι, η θεραπεία του Δρ.Μεσμέρ είχε αποτέλεσμα μεν, προκάλεσε ανησυχία δε στον πατέρα της, ανησυχία για δυσμενείς συνέπειες οικονομ.φύσεως,που θα μπορούσε να έχει η παύση της τυφλότητας της κόρης του… Το περίεργο όμως είναι ότι κι η ίδια η Μαρία-Θηρεσία Παραντί ένιωθε πως όσα κέρδιζε στην όρασή της τα έχανε στο παίξιμό της στο πιάνο. σαν το τελέντο της να είχε δομηθεί γύρω απ΄την αναπηρία της, σα να έπαιζε τόσο υπέροχα επειδή ακριβώς ήταν τυφλή.
Το τελευταίο πλάνο της ταινίας είναι χαρακτηριστικό και ειρωνικώ τω τρόπω, ικανοποιεί τον πατέρα της δεσποινίδας«πρέπει να κάνεις θυσίες για την τέχνη σου» της είχε πεί σε άλλη στιγμή, κι εμείς βλέπουμε την πιανίστα να τελειώνει ικανοποιημένη την εξάσκησή της έχοντας πάλι το χαρακτηριστικό αλλοιθώρισμα των τυφλών.


Trivia :
·       Τα γυρίσματα έγιναν σε Βιέννη, Κάτω Αυστρία και Γερμανία.
·       Στ’ Αυστριακά Βραβεία Κινηματογράφου 2018, η ταινία ήταν υποψήφια σε 14 συνολικά κατηγορίες, μεταξύ αυτών και για Καλύτερα Κοστούμια και καλύτερη Φωτογραφία.
·       Η Maria-Theresia Paradis ήταν Αυστριακή μουσικός και συνθέτης, μεταξύ των δασκάλων της ήταν κι ο Αντόνιο Σαλιέρι (τη δίδαξε τραγούδι και σύνθεση). Είχε εξαιρετική μνήμη και φοβερό «αυτί», λέγεται πως είχε απομνημονεύσει πάνω από 60 κοντσέρτα. Ο Μότσαρτ, γιαυτήν έγραψε πιθανότατα το Piano Concerto no.18 in B-flat major.



Σχόλια