Λυδία λίθος


Ειρωνεία και μεθοδικό σπάσιμο των νεύρων του θεατή, ανιχνεύονται και στην πιό πρόσφατη ταινία του Ruben Ostlund, με τίτλο THE SQUARE  (εμπνευσμένη εν μέρει, απ΄την καλλιτεχνική εγκατάσταση που είχε κάνει ο σκηνοθέτης με τον παραγωγό Kalle Boman).
Ένα λιτό, αφαιρετικό τετράγωνο σχήμα, φωτιζόμενο στο περίγραμμά του,με μία διακήρυξη ισότητας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων όσων βρίσκονται εντός του, είναι το έργο της καλλιτέχνιδος-κοινωνιολόγου Lola Arias, το οποίο αποκτά (κι είναι τρομερά ενθουσιασμένο μ’ αυτό) το Μουσείο X-Royal του οποίου επιμελητής είναι ο κύριος Κρίστιαν Γιούλνινσεν (ένας πειστικότατος  Claes Bang), ο οποίος ανακοινώνει περήφανος ότι το μουσείο έλαβε μία δωρεά ύψους 50.000.000 κορονών. Το νεοαποκτηθέν έργο Τέχνης (ετεροπροσδιοριζόμενο ως τέτοιο) αποτελεί την αιτία για το ξέσπασμα ενός χαμού, στο κέντρο του οποίου βρίσκεται ο ευγενικός Κρίστιαν που είναι επιφορτισμένος με την ενημέρωση του κοινού γι αυτό το έκθεμα αλλά και για τις εκδηλώσεις που θα το πλαισιώσουν.
Η ειρωνεία διατρέχει αυτή την εξυπνότατη ταινία περί Τέχνης, χορηγών της, σχέσης της με το marketing και τις αμφιλεγόμενες πρακτικές του, και με την απρόσμενη «εμφάνιση» αυτού του απλούστατου σχήματος στην καθημερινότητα.  το πιό πειστικό αντεπιχείρημα σ’αυτά που υπονοεί αυτή η εγκατάσταση Τέχνης αρθρώνεται έμμεσα : στην απίστευτη περιπέτεια του Κρίστιαν ο οποίος βλέπει τη ζωή, την πραγματικότητα να «εισβάλλει» και να του δείχνει με τον πιό αποστομωτικό τρόπο ότι η Τέχνη στν ουσία της, είναι πάντα διπλανή της ζωής, ή ακόμη χειρότερα, τα έργα Τέχνης αντιμετωπίζονται ως  βραχύβια θεάματα και μόνο, λειτουργούν ως συνειδησιακό άλλοθι και πηγές ευαισθητοποίησης ορισμένου χρόνου.
Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η ταινία του Ostlund γιατί καταφέρνει μέσω μερικών εκπληκτικών σκηνών να μας «πεί» περισσότερα για τη σύγχρονη Τέχνη, απ΄όσα θα μας έλεγαν δοκίμια περί Τέχνης, ομφαλοσκοπούντα, αυτάρεσκα και δυσνόητα διατυπωμένα. Όπως ας πούμε το χωρίο που διαβάζει η δημοσιογράφος  Ανν (η Elizabeth Moss) στον Κρίστιαν, ρωτώντας τον τι ακριβώς εννοεί. Ή η συγκλονιστική σεκάνς με τον περφόρμερ Όλεγκ Ρογκόζιν (εξαίρετος ο Terry Notary), ο οποίος υποδύεται το «άγριο ζώο της ζούγκλας» (έναν πολύ νταή χιμπαντζή εν προκειμένω) και μετατρέπει το λαμπερό δείπνο σε αληθινή κόλαση.
Πού σταματάει η Τέχνη, και πού ξεκινάει ο κίνδυνος ζωής ή άλλης βλάβης; «Νομιμοποιούμαστε» ως αποδέκτες ενός έργου Τέχνης, ν’αντιδράσουμε με φόβο/πανικό και λοιπά, αν μας έχουν ήδη προειδοποιήσει για το τι θα παρακολουθήσουμε; οφείλουμε να παραμείνουμε ψύχραιμοι και ν’ απολαύσουμε την παράσταση ακόμη κι αν αυτή καταργεί την απόσταση μεταξύ θεατή-θεώμενου;
Τα διάφορα κωμικοτραγικά που συμβαίνουν στην ταινία, μ’ αφορμή το έργο της Arias συγκρούονται με το προσωπικό θέμα του Κρίστιαν ο οποίος μοιάζει παγιδευμένος ( όπως και οι υπόλοιποι στην ταινία− η σκηνή με τον έχοντα σύνδρομο Τουρέ θεατή, είναι χαρακτηριστικότατη) στην πολιτική ορθότητα : κι αν ακόμη θέλει προφανώς να πλακώσει στις σφαλιάρες τον φωνακλά, κι εκνευριστικά επίμονο μικρό που απαιτεί συγγνώμη,κι αν ακόμη θέλει να διαολοστείλει τη ζητιάνα που γραπώνεται απ΄την ανταπόκρισή του στην επαιτεία της και του δίνει παραγγελία σα να είναι υποτακτικός της, συγκρατείται, όπως συγκρατούνται και οι υπόλοιποι θεατές στο μουσείο ενώ ακούν τον έχοντα Σύνδρομο Τουρέ (κατά δήλωση της συνοδού του πάντα) να βρίζει χυδαία μία εκ του προσωπικού του μουσείου. Η γοητεία και αξία αυτής της ταινίας έγκειται στο ότι κάνοντας επίκεντρό της ένα έργο Τέχνης καθώς και τις αντιδράσεις που αυτό προκαλεί (για την ακρίβεια οι ενέργειες προώθησής του) μας δείχνει γι άλλη μιά φορά ότι η ζωή, καλή ή στραβή, υπερτερεί όλων.   όχι μόνο ως επιλογή, αλλά κυρίως ως αναπόδραστη πραγματικότητα.
Ο Κρίστιαν προβάρει στην τουαλέτα τον αυθόρμητο λόγο που ετοίμασε για την παρουσίαση του σημαντικού εκθέματος, προβάρει τον αυθόρμητο λόγο του(ήδη το οξύμωρο, μας κλείνει κοροϊδευτικά το μάτι) και μιλάει ενθουσιασμένος στο καλοβαλμένο ακροατήριό του για το τι συμβολίζει αυτό το Τετράγωνο, πόσο σημαντικό είναι για τον καθένα ο οποίος μπορεί να μπεί μέσα του και να ζητήσει προστασία σίγουρος πως θα τη λάβει. Το ακροατήριό του ακούει εκστασιασμένο, συμφωνεί κι επικροτεί, δεν αποκλείεται όμως κάποιοι εξ αυτού να ήταν οι αποδέκτες των εκκλήσεων για βοήθεια του ίδιου του Κρίστιαν, όταν στεκόταν σοκαρισμένος στη μέση του δρόμου και ζητούσε τη συνδρομή τους (πραγματική, όχι για τις ανάγκες performance) όταν έπεσε θύμα κλοπής, και να κώφευσαν συνεχίζοντας το δρόμο τους.
Η υπερβολική ευγένεια, ανεκτικότητα που φτάνει κάποιες φορές στο σημείο ν’ αντιστρέφει τους ρόλους θύτη-θιγμένου, δεν εξαλείφει την καφρίλα/αναλγησία, αλλά τη διοχετεύει σε άλλους δρόμους (βλέπε φερειπείν τη σκηνή με τους δύο νεαρούς απ’ το διαφημιστικό γραφείο που ανέλαβαν την προώθηση του έργου της Arias, όπου τονίζουν συνέχεια το ρόλο του αμφιλεγόμενου θέματος ως πόλος έλξης  του κοινού). Δεν λείπει η αποκτήνωση απ ΄την ταινία του Ostlund, γίνεται έκθεμα, δημόσιο θέαμα σε μοδάτο μουσείο, μέχρι τη στιγμή που το έκθεμα θ’ αντιδράσει βεβαίως.
Το φινάλε αυτής της ταινίας- ειρωνείας, είναι χαρακτηριστικό κι ενδεικτικό του χάσματος μεταξύ όσων πρεσβεύει, υποτίθεται, το μινιμαλιστικό έργο της Arias και της πραγματικότητας : το Τετράγωνο ορίζεται ως άσυλο παροχής βοήθειας, και η πόλη είναι γεμάτη από ζητιάνους που πολλές φορές στέκονται μέσα σ’ ένα νοητό τετράγωνο, ο μικρός αντιπαθητικός φωνακλάς που απαιτούσε τη συγγνώμη του Κρίστιαν βρισκόταν ίσως σε μειονεκτικότερη θέση απ’ τις καλοθρεμμένες και κακομαθημένες κόρες του, το οικονομικό χάσμα μεταξύ των δύο συνεχίζει να υφίσταται παρά τα όσα ορίζει το περίφημο Τετράγωνο. Το μουσείο γίνεται στόχος αρνητικών σχολίων λόγω του προωθητικού βίντεο για το Τετράγωνο, υπονομεύοντας απροσδόκητα όσα ακριβώς υποτίθεται πως προασπίζει η εγκατάσταση της κοινωνιολόγου.
Το σκληρό,αναίσθητο πρόσωπο της μίας εκ των θυγατέρων του Κρίστιαν  στο τελευταίο πλάνο, είναι χαρακτηριστικό.  κανένα έργο Τέχνης, ούτε καν η ταινία που μόλις παρακολουθήσαμε δεν μπορεί να εξαλείψει το χάσμα ανάμεσα σε έχοντες- μη έχοντες, επαϊοντες- ανίδεους. Οι υπερρεαλιστές (που πρέσβευαν την αλλαγή των κοινωνικών δομών μέσω της Τέχνης) πρέπει να στριφογυρίζουν οργισμένοι στους τάφους τους…



Trivia :
·         Η ταινία έλαβε τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών το 2017.
·         Γυρίσματα έγιναν στο Βερολίνο, στο Γκέτεμποργκ και τη Στοκχόλμη.
·         Οι σκηνές του βωμολοχούντος κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του καλλιτέχνη (που υποδύεται ο Dominic West), της κλοπής σε βάρος του Κρίστιαν και της παράστασης στο μουσείο κατά τη διάρκεια του δείπνου, είναι εμπνευσμένες από αληθινά περιστατικά. Στην τελευταία περίπτωση του «άγριου ζώου στη ζούγκλα», έμπνευση για τον Ostlund απετέλεσε ο καλλιτέχνης Oleg Kulik ο οποίος υποδυόμενος τον σκύλο, είχε επιτεθεί  σε ανθρώπους στη Στοκχόλμη… Αρχικά ο Ostlund ήθελε να βασίσει τον χαρακτήρα του περφόρμερ στον διαβόητο πανκ τραγουδιστή G.G.Allin αλλά σκεπτόμενος ότι κάτι τέτοιο  θα ήταν πολύ ακραίο, ξαναγύρισε στις μιμήσεις ζώων.

Σχόλια