Η υπάκουη κόρη


Απομονωτισμός κατ’ επιλογήν, ή εκλεπτυσμένη και βαθιά καταστροφή της ζωής μιάς ευφυούς γυναίκας;
Η ταινία του Terence Davies  A QUIET PASSION (σε σενάριο δικό του) μας προσφέρει ένα άκρως ενδιαφέρον «σκίτσο» της μεγάλης Αμερικανίδας ποιήτριας, τα ποιήματα της οποίας εμπνέουν χιλιάδες ανθρώπους αν όχι να ζήσουν (όπως δεν κατάφερε η ίδια), τουλάχιστον ν’ αποκτήσουν πιό διεισδυτική ματιά πάνω στην ατομική και κοινωνική συνθήκη. Η Cynthia Nixon ως Έμιλυ σε μεγάλη ηλικία (γιατί ως έφηβη την υποδύεται η γλυκύτατη  Emma Bell) είναι συγκλονιστική, κατορθώνοντας να μας κάνει να ξεχάσουμε τη ρετσινιά του Sex And The Cityστο οποίο επίσης έπαιζε.
Δεν έχω καταλήξει ακόμα αν ευθύνεται το σενάριο,η ιστορία της ζωής της ποιήτριας, ή η ερμηνεία της Nixon για τη θλίψη που με κατέβαλε μετά το φινάλεθλίψη και οργή για το ύπουλα ασφυκτικό, θεοφοβούμενο (γιατί όχι θεοκρατικό ; ), κατ’ ουσίαν ευνουχιστικό της προσωπικότητάς της περιβάλλον στο οποίο ανατράφηκε κι έζησε η Έμιλυ, όπου ο Θεός ως ισόβιος Κριτής των ανθρώπων, είχε την πρωτοκαθεδρία. «Η ψυχή σου ανήκει στο Θεό!» φωνάζει ο ευϋπόληπτος δικηγόρος Έντουαρντ Ντίκινσον (ο Keith Carradine) στην Έμιλυ και η εναρκτήρια σεκάνς είναι πιστεύω χαρακτηριστική και διαφωτιστική σχετικά με τις προσλαμβάνουσες αυτής  της κοπέλας. Η ιδέα περί εξ΄ορισμού αμαρτωλών ανθρώπων που είναι αιωνίως υπόλογοι στον Δημιουργό τους και οφείλουν να σώσουν την ψυχή τους, αντάμα με την βαθιά ριζωμένη πεποίθηση περί κατωτερότητας  της γυναίκας, η αντίληψη ότι η γυναίκα οφείλει να υπάρχει λανθάνουσα και να είναι ενάρετη και κόσμια φυσικά, συνθέτουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο άνθησε η ποίηση της Ντίκινσον και παρέχουν ένα πειστικό επιχείρημα περί ανάπτυξης της «Λογοτεχνίας  της μιζέριας» όπως βλέπουμε ότι έγραψε ένας σύγχρονός της εκδότης.
Η εξαιρετική ερμηνεία της Nixon δημιουργεί σταδιακά την εντύπωση ότι ολόκληρη η ποιητική παραγωγή αυτής της γυναίκας, ολόκληρη η σχετικά σύντομη ζωή της (πέθανε στα 56 της από μία ασθένεια των νεφρών) ήταν μία κομψά κι έμμεσα εκπεφρασμένη κραυγή, αφενός έναντι του θεοφοβούμενου,ανέραστου περιβάλλοντός  της, αφετέρου έναντι της μοίρας που την περίμενε, ούσα γυναίκα : από πειθήνια θυγατέρα  προοριζόταν, αργά ή γρήγορα, να γίνει η πειθήνια, γλυκανάλατη σύζυγος κάποιου, κάτι που η Έμιλυ απεχθανόταν σφοδρά.
If I cant have equality, then Ill have nothing of love” λέει οργισμένη στην αγαπημένη αδελφή της Λαβίνια (ωραιότατη αντίστιξη στη φυγάνθρωπη Έμιλυ, είναι η Βίνυ που πλάθει η Jennifer Ehle− παράδειγμα του πώς προσέλαβαν οι δυό αδελφές την ίδια ανατροφή− σημειωτέον πως και η Λαβίνια δεν παντρεύτηκε ποτέ), ενώ σε μία συζήτηση με τον αδελφό της Ώστιν (ο Duncan Duff) ενίσταται για τον απλώς διακοσμητικό ρόλο των γυναικών που αυτός  υπαινίσσεται  λέγοντάς του : “any argument  about  gender is war because that too is slavery”.
Σιγά-σιγά αντιλαμβανόμαστε τις αιτίες του αναχωρητισμού της ποιήτριας, τους λόγους για τους οποίους δεν εγκατέλειπε το δωμάτιό της και δεν βγήκε απ’ το σπίτι της τα τελευταία 15 χρόνια της ζωής της! : σε πρώτο επίπεδο, φαίνεται πως η ανατροφή της, εμποτισμένη με τον φόβο Θεού και Κόλασης, η ενστάλλαξη του ισόβιου καθήκοντος διάσωσης της ψυχής της απ’ την αμαρτία, την ευνούχισαν ψυχικώς, της κατέστρεψαν δια παντός τη θέληση να ζήσει –φανταστείτε έναν άνθρωπο που ποθεί λυσσασμένα να περπατήσει και του κόβουν τα πόδια− αυτή η συνεσταλμένη, ευφυέστατη νέα γυναίκα που παρήγε πυρετωδώς σκέψη, ήταν ίσως, στην ουσία μία φοβική με τη ζωή και τους ανθρώπους, της είχαν στερήσει αμετάκλητα το θάρρος ν’ανοίξει την πόρτα του σπιτιού της και να βγεί έξω, στον κόσμο. Η Έμιλυ ήταν η καλλιεργημένη εκδοχή μίας κατά βάθος  φυλακισμένης γυναίκας η οποία ενώ βλέπουμε να εναντιώνεται σε πολλά κελεύσματα  του πατέρα της, τελικά, κι  αυτό είναι εξόχως τραγικό, ακολουθεί  τη δική του «στεγνή» στάση ζωής, λες και όταν πέθανε ο πατέρας της θάφτηκε κι εκείνη μαζί του…
Σε δεύτερο επίπεδο όμως, θα έλεγα πως η απομόνωση που επέλεξε ήταν η αντίδρασή της στην καταπιεστική, ευνουχιστική και περιοριστική των δυνατοτήτων της μοίρα που την περίμενε. Στην ατάκα της φίλης της-δασκάλας δεσποινίδας Μπάφαμ ότι εν τέλει γινόμαστε αυτό που απεχθανόμαστε περισσότερο,η Έμιλυ της απαντάει : «θ’ αρνηθώ λοιπόν τον κόσμο,για να μην εκπληρώσω την προφητεία του». Μόνο ένας άνθρωπος με τρόμο (απολύτως δικαιολογημένο ) απέναντι στην προκαθορισμένη ύπαρξη/ζωή, εκφράζεται  έτσι. Ή ζωή όπως τη θέλω, ή καθόλου ζωή, μοιάζει να λέει η Έμιλυ. Σε άλλη εποχή, ή με μεγαλύτερη εναντίωση στην χριστιανική διαπαιδαγώγησή της, ίσως να είχε τερματίσει τη ζωή της, προφανώς δεν διανοείτο να το πράξει (στην ταινία δεν βλέπουμε απόπειρα αυτοκτονίας). Στην Αμερική του 19ου αιώνα όμως, το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν ν’ αρνηθεί να «φάει» τη ζωή που της σέρβιραν (όπως μία ανορεξική αρνείται  συστηματικά το φαγητό, νομίζοντας πως ελέγχοντας  το σώμα της δια της στέρησης ελέγχει κι ολόκληρη τη ζωή της…).
Η ίδια η ασθένειά της, δεδομένης  και της απουσίας του σεξ απ΄τη ζωή της, νομίζω πως θα μπορούσε να θεωρηθεί μία ακραία μορφή σωματοποίησης της θλίψης της και συναισθηματικής στέρησης.   όταν υποφέρει η ψυχή, το σώμα ουρλιάζει, έτσι δεν είναι;
Η μητέρα της επίσης (φοβερή η Joanna Bacon), η οποία κι αυτή ζούσε «σα να μην υπήρχε» και περηφανευόταν γι αυτό, βλέπουμε ότι έχει μερικά ιδιαζόντως αποκαλυπτικά ξεσπάσματα  θυμίζοντάς  μας το αφανές πρόσωπο του καθωσπρεπισμού, της χριστιανικής εγκράτειας και τα παρόμοια.
Η τόσο καλοφτιαγμένη ταινία του Davies μας δείχνει το βαρύτατο τίμημα της ευαίσθητης και διεισδυτικής  ματιάς, που δεν αρκείται στο παγιωμένο αλλά ξύνει μ’ επιμονή την επιφάνεια. Άλλοι ζούν, και θεωρούν το στοχασμό πάρεργο, διπλανό του βίου, η Ντίκινσον διοχέτευσε την ανάγκη της να ζήσει στο έργο της, καταδικάζοντας  τον εαυτό της στον ελάχιστο βίο, κλεισμένη στην κάμαρά της.
Όπως μπορεί ο καθένας παλεύει…

Trivia :
·       Τα γυρίσματα της ταινίας έγιναν στα AED studios στο Βέλγιο, σ’ ένα οίκημα-αντίγραφο του σπιτιού της Ντίκινσον και στη Μασαχουσέτη.
·       Έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά απ΄τις εκδόσεις  Gutenberg, ένας εξαίρετος τόμος με ποιήματα, επιστολές της Ντίκινσον και φωτογραφικό υλικό της εποχής της με τίτλο ΕΠΕΙΔΗ ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΑ ΝΑ ΖΗΣΩ ΦΩΝΑΧΤΑ.
·       Το Mount Holyoke Female Seminary όπου η Έμιλυ φοίτησε (άντεξε) για 10 μήνες, είναι το εκπαιδευτήριο στο οποίο εκτυλίσσεται η εναρκτήρια σκηνή της ταινίας.


Σχόλια