Το φίδι


Σκανδαλωδώς και αδίκως υπερτιμημένη ή εξαιρετική ταινία, είναι η τελευταία δουλειά του Γιώργου Λάνθιμου THE KILLING OF A  SACRED  DEER ;
Το εναρκτήριο, σοκαριστικά κοντινό πλάνο σε μία επέμβαση ανοιχτής καρδιάς, δυνητικά είναι πλήρες συμβολισμών (αναλόγως του πόσο καλπάζουσα φαντασία και όρεξη έχει ο θεατής) : είναι ωμή υπενθύμιση της αφόρητα και κατηγορικά υλικής υπόστασής  μας; ή μήπως της επίσης υλικής βάσης του συναισθήματος; Με μουσική υπόκρουση το υπέροχα υποβλητικό Stabat Mater  του F.Schubert  βλέπουμε τον καρδιοχειρούργο Στήβεν Μέρφι (ο έξοχος Colin Farrell) να πετάει στον κάδο των αχρήστων τον εξοπλισμό μιάς χρήσης που φορούσε, άλλη μία απαιτητική επέμβαση έλαβε τέλος, ήρθε η ώρα ο τρανός γιατρός να γυρίσει στο ωραίο σπίτι του, να κάνει έρωτα με την ωραία (και οφθαλμίατρο) σύζυγό του−η Nicole Kidman υπέροχη, να φάει το νόστιμο φαγητό του με τα δυό παιδάκια του. Όλα τακτικά, αστικά και καλοβαλμένα.
Δεν ξέρω αν αποτελεί παραξενιά/βίτσιο των συγκεκριμένων σκηνοθέτη και σεναριογράφου να μας προσφέρουν ενοχλητικές ταινίεςη νοσηρότητα κι ένας αόριστος  τρόμος ότι  κάτι άσχημο θα συμβεί και θα καταστρέψει την πολυπόθητη οικογενειακή αρμονία διατρέχουν την ταινία και ενσαρκώνονται επιτυχέστατα σε βαθμό αηδίας (και κυριολεκτώ) στο πρόσωπο ενός εντελώς απεχθούς 16χρονου,ονόματι  Μάρτιν,ορφανού από πατέρα που αποκτά μία τρομακτική εμμονή με τον Στήβεν. Οι εξαιρετικές ερμηνείες της τριάδας Farrell-Kidman-Keoghan, η πολύ όμορφη μουσική επένδυση και το ιντριγκαδόρικο σενάριο (με θεμελειακά κενά όμως πιστεύω, ηθελημένα ή όχι, άγνωστο) συνθέτουν  ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον ψυχολογικό θρίλερ με κατάμαυρο πυρήνα που κρύβει ένα σοβαρότατο ηθικό και νομικό ζήτημα : αυτό της ανταπόδοσης της  βλάβης που υπέστη κάποιος, το Δίκαιο της ταυτοπάθειας. Αυτό που αρχικά μοιάζει μ’ ενοχλητικό stalking εκ μέρους του αχώνευτου Μάρτιν σε βάρος του Στήβεν και εκνευριστική εμμονή του να τον κάνει υποκατάστατο πατέρα του, βαθμιαία αποκαλύπτει την πραγματική φύση του και τους βαθύτερους σκοπούς του : ο Μάρτιν επιδιώκει την εκδίκηση, θέλει ν’ ανταποδώσει στον (όπως πιστεύει δολοφόνο του πατέρα του) Στήβεν, το κακό που του έκανε γιατί πιστεύει πως μόνο έτσι θα επανέλθει η τρωθείσα ισορροπία : σε μία κομβικής σημασίας σκηνή ο Μάρτιν δαγκώνει πολύ δυνατά το χέρι του Στήβεν κι αμέσως μετά αυτοτραυματίζεται  με τον ίδιο τρόπο, θέλοντας να του  δείξει εμπράκτως τι εννοεί όταν μιλάει για αποκατάσταση της βλάβης− όπως αυτός δάγκωσε τον εαυτό του για να πονέσει όπως πόνεσε ο Στήβεν, έτσι κι ο Στήβεν πρέπει να σκοτώσει ένα μέλος της δικής του οικογένειας (να πονέσει κι αυτός) όπως σκότωσε τον πατέρα του Μάρτιν.
Εδώ ακριβώς όμως, στην «ενσάρκωση» της Ταυτοπάθειας σ’αυτό το εξόχως αντιπαθητικό πλάσμα που είναι ο Μάρτιν (ο 25χρονος Barry Keoghan μ’αυτό το ρόλο μπαίνει με τα τσαρούχια στο πάνθεον των πιό εκνευριστικών/αποκρουστικών χαρακτήρων) βλέπω να υπάρχει πρόβλημα. Γιατί στο μέτρο που ο σεναριογράφος ήθελε να μιλήσει θετικά για  την Ανταπόδοση του κακού που υφίσταται κάποιος, χάνει το παιχνίδι, ακριβώς λόγω του αηδιαστικού «εκπροσώπου» της.
Μήπως άραγε επιδίωξη πονηρή των δημιουργών ήταν να υπονομεύσουν κι όχι να επικροτήσουν την ιδέα της Ταυτοπάθειας; να μας δείξουν πόσο απεχθής κι επικίνδυνος  είναι αυτός ο τρόπος απονομής δικαιοσύνης, όσο απεχθής κι επικίνδυνος (μας) είναι αυτή η εκνευριστική, δίποδη βδέλλα που τρώει συνέχεια και κοιτάζει μ’ ένα απαίσιο πράσινο- σαν ιοβόλο- βλέμμα (η σκηνή που ο Μάρτιν καταβροχθίζει το σπαγγέτι είναι αηδιαστική και πλήρης συμβολισμών) ;
Ή μήπως δεν είναι τόσο εύκολα ερμηνευτικώς τα πράγματα αλλά έχουμε να κάνουμε με πιό σκοτεινή υπόθεση; Μίλησα παραπάνω για σεναριακό κενό κι υπονοούσα την βασική απορία που προκαλεί στον θεατή η μυστηριώδης, ανεξήγητη ασθένεια που πλήττει τα δυό παιδιά των Μέρφι : από τί και πώς κυρίως, προσβάλλονται ο Μπομπ (Sunny Suljic) και η Κιμ (η πανέμορφη, μόλις 15 ετών Raffey Cassidy) ; αφού έχουν αποκλειστεί τα οργανικά αίτια και εξετάζονται τα ψυχοσωματικά, στέκει να πούμε ότι αυτά που παρουσιάζουν τα δυό αδέλφια ήταν σωματοποίηση τίνος συναισθήματος; απέχθειας προς τον Μάρτιν; μα σ’ όλη την ταινία βλέπουμε πως υπάρχει αποδοχή εκ μέρους τους, όταν αγαπάς τρελά κάποιον, άραγε αιμορραγείς απ΄τα μάτια; Βεβαίως αν όλα αυτά τα συμπτώματα είναι απλώς μία σοκαριστική αλληγορία των έντονων, θετικών, συναισθημάτων  που τρέφουν τα δυό αδέλφια για τον αντιπαθέστατο Μάρτιν τότε σώζεται η κατάσταση. Σημαντικότατη σκηνή επίσης , που καταδεικνύει την επιρροή ( ; ) που τυχόν είχε ο Μάρτιν πάνω στα παιδιά, είναι  αυτή του νοσοκομείου.

Υποστηρίχτηκε κι η άποψη πως ο Μάρτιν έριξε κατάρα πάνω στους Μέρφι, ένα πολύ ενδιαφέρον ενδεχόμενο που μπορεί να υποστηριχτεί πιστεύω, ιδίως αν λάβουμε υπόψη τη σκηνή στο υπόγειο, όπου η Άννα σκύβει και φιλάει τα πόδια του Μάρτιν! Η έξοχη Nicole Kidman πλάθει μία Άννα-στυλοβάτη αυτής της οικογένειας που απειλείται με καταστροφή, σ’ όλη την ταινία επιδεικνύει μία ήρεμη δύναμη κι αυτοπεποίθηση που κάπου εδράζουν− η Άννα μοιάζει μόνο αυτή να ξέρει τι συνέβη στο παρελθόν και τι πρόκειται να συμβεί, αυτή λέει μ’ εκνευριστική στωϊκότητα στον Στήβεν να μην πάνε στην Αστυνομία, «γιατί δεν έχει νόημα», σα να περίμενε πως αργά ή γρήγορα η αμελής συμπεριφορά του συζύγου της, θα τιμωρείτο. Η Άννα, ίσως ξέρει αυτό που ο προσεκτικός θεατής μόνο υποψιάζεται γιατί δεν αντέχει να το παραδεχτεί ανοιχτά κι αυτό ενισχύεται απ΄την απίστευτη ατάκα που λέει στον Στήβεν πριν τη συγκλονιστική σκηνή με την «τυφλόμυγα» : «φαίνεται πως η μόνη επιλογή που έχουμε είναι να σκοτώσουμε το ένα μας παιδί. Δεν πειράζει, θα κάνουμε άλλο, μπορούμε ακόμα».
Είναι ωμός κυνισμός αυτό που φανερώνει η ατάκα της Άννας, ή η στάση της γυναίκας που κατ’ εξακολούθησιν καλύπτει την εγκληματική συμπεριφορά του άντρα της; Σκεφτείτε αυτό το ενδεχόμενο : ο Στήβεν έχει επιδείξει ποινικώς κολάσιμη αμέλεια και στο παρελθόν, το ‘χει κάνει μία, δύο, τρείς, δεκατρείς φορές και πάντα τη γλιτώνει, και ξαφνικά μιά μέρα εμφανίζεται ένα πλάσμα αχώνευτο, μιά δίποδη βδέλλα για να του μάθει πως δεν είναι, πρωτίστως Ηθικά, ανεκτό να τη γλιτώνει πάντα. Νομίζω πως το αμφίσημο φινάλε συνηγορεί υπέρ αυτού του ενδεχόμενου, αν ισχύει αυτό τότε έχουμε μία πραγματικά διαβολεμένη ταινία που θολώνει επιδέξια τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ καλών και κακών σ’ αυτή την ιστορία.
Το ότι ο Λάνθιμος (και ο Φιλίππου) προσπαθεί με εκνευριστικό, αποκρουστικό τρόπο να θίξει την εγγενή τσογλανιά των ανθρώπων θυμίζει την επώδυνη εγχείριση που πρέπει να υποστούμε, η οποία όμως τελικά μας θεραπεύει. Κι αυτό πρέπει να του πιστωθεί.

Trivia :
·       Γυρίσματα έγιναν στο Νοσοκομείο του Χριστού στο Σινσινάτι.
·       Η εντυπωσιακή φωτογραφία είναι του Θύμιου Μπακατάκη.
·       Η πολύ ωραία μουσική επένδυση περιλαμβάνει συνθέσεις των F.Schubert, J.S.Bach, G.Ligeti αλλά και το τραγούδι  Burn της Ellie Goulding  το οποίο τραγουδάει a capella η Cassidy στην ταινία.


Σχόλια